Menu

Η νοσταλγία και το αίσθημα της απουσίας του άλλου συμπίπτουν με το νόημα της ζωής μας. Είναι σαν να νιώθουμε διαρκώς ανικανοποίητοι, ανεξάρτητα από το τι έχουμε επιτύχει.

“Σ’ όλο το ταξίδι δεν μ’ άφησε η νοσταλγία, δεν λέω πως ήταν σαν την σκιά μου, έστεκε πλάι μου ακόμη και μες στο σκοτάδι, δεν λέω πως ήταν σαν τα χέρια και τα πόδια μου, όταν κοιμόμαστε χάνονται χέρια και πόδια, κι εγώ δεν έχανα τη νοσταλγία ούτε στον ύπνο μου, σ’ όλο το ταξίδι δεν μ’ άφησε η νοσταλγία, δεν λέω πως ήταν πείνα ή δίψα ή επιθυμία για δροσιά μες στην κάψα ή για ζεστασιά μες στο κρύο, ήταν κάτι που δεν μπορεί να ικανοποιηθεί, δεν ήταν χαρά ή λύπη που νά’χει σχέση με τις πόλεις, τα σύννεφα, τα τραγούδια, τις μνήμες, βρισκόταν μέσα σε μένα κι έξω από μένα, σ’ όλο το ταξίδι η νοσταλγία δεν μ’ άφησε, κι απ’ το ταξίδι όλο, μόνο η νοσταλγία μου μεινε.” (Hikmet, 1933/1963)

‘Έρως και Πάθος’ | Τα όρια της αγάπης και του πόνου [Aldo Carotenuto]

 

 

Πόσο σκοτεινή μπορεί να γίνει μια ρομαντική κωμωδία; Η Zoe Kazan -ως Ruby Sparks- απαντάει στο ερώτημα αυτό με τρόπο εμφατικό και κάποιες στιγμές σοκαριστικό, και έχοντας στην τσέπη της όχι μόνο τον (συμ)πρωταγωνιστικό ρόλο, αλλά και το σενάριο του film, μας υπενθυμίζει ότι είναι κάτι παραπάνω από  …εγγονή του θρυλικού Ηλία Καζάν.

Ο σύντροφος και συμπρωταγωνιστής της Paul Dano, στο ρόλο του Calvin έχει επωμιστεί όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που ένα geek, ένας νορμάλ, ένας διάσημος, ένας ευφυής, ένας ιδιαίτερος, ένας άσημος, ένας οποιοσδήποτε άντρας στον πλανήτη θα μπορούσε να έχει. Ανασφάλειες, ταλέντο, πατριαρχικά πρότυπα και στερεότυπα, εμμονές, καλές προθέσεις, φοβίες, ανάγκη για έλεγχο… Περισσότερα “Ruby Sparks [cinema]”

Η συνθέτης και ερμηνεύτρια Anja Franziska Plaschg, κατά κόσμων γνωστή ως Soap & Skin, γίνεται ολοένα και πιο γνωστή στο κομμάτι εκείνο του κοινού που αρέσκεται στις “σκοτεινές” και “καταθλιπτικές” μελωδίες. Το τελευταίο της δισκογραφικό πόνημα, το mini-LP Narrow, κέρδισε κριτικές και κοινό, δικαιώνοντας αυτούς/αυτές που εδώ και κάποια χρόνια έχουν μυηθεί στον κόσμο της νεαρής Αυστριακής συνθέτριας. Περισσότερα “Soap & Skin, Αθήνα, 14.10.2012 [live review]”

Τι τύχη θα μπορούσε να έχει απέναντι στο ελληνικό κοινό μια alternative country μπάντα από την Πενσυλβάνια; Με εξαίρεση το (πάλαι ποτέ μεγάλο) κοινό του Νίκου Γκαραβέλα, ο όρος “country” στη χώρα μας (και μάλλον και στις περισσότερες υπόλοιπες ευρωπαϊκές) αποτελεί κάτι μάλλον απωθητικό, και (δυστυχώς) παραπέμπει σε εικόνες που έχουν να κάνουν με την αμερικανική βλάχικη εξοχή, αγελάδες, άλογα και τελειωμένους καουμπόηδες που γρατζουνάνε τις στρογγυλές κιθάρες τους γύρω από μια φωτιά, συνοδεία τεράστιας ποσότητας αλκοόλ…

Ενίοτε κάποιοι θυμούνται και τις σούπερ μελό μπαλάντες (ξεχειλισμένες από κλισέ περί αιώνιας αγάπης αλλά και πίστης στον Θεό – αγαπημένων θεμάτων των σχετικών υπερσυντηρητικών τραγουδοποιών) με τις οποίες μεγάλωσαν γενιές και γενιές ερωτοχτυπημένων teenagers στην Ηνωμένες Πολιτείες και οι οποίες γνώρισαν μια μικρή επιτυχία και σε κάποια ευρωπαϊκά charts (βλέπε τραγούδια των Garth Brooks, Vince Gill, Faith Hill, Tim McGraw κλπ). Περισσότερα “Honeychurch – Will You Be There With Me [album review]”

[ Music for a younger generation ] Πριν από την σχετική περιγραφή θα ξεκινήσουμε με τα σημαντικά. Πάρα πολύς κόσμος παραπονέθηκε για δύο πράγματα α) κακό ήχο και β) έλλειψη οργάνωσης. Κυρίως τα παράπονα ήρθαν από αυτούς που ήταν στην αρένα, τους περισσότερους δηλαδή. Επειδή ήμουν στις κερκίδες δεν παρατήρησα σχεδόν τίποτα από τα δύο, δηλαδή και άνετα κάτσαμε (όπου βρήκαμε) και ο ήχος ακούγονταν (οκ με ένα σχετικό μπούκωμα ). Επικοινώνησα όμως με κόσμο που ήταν κάτω και επιβεβαιώθηκε ο κακός ήχος (πήγαινε και ερχόταν και δυνάμωνε σε άσχετες φάσεις) ενώ για το σχετικό στριμωξίδι δεν έμαθα λεπτομέρειες. Το δικό μου σχόλιο πάνω σε όλο αυτό το κομμάτι είναι ότι σίγουρα η κρίση και οι περικοπές θα επηρέαζαν την οποιαδήποτε διοργάνωση, πόσο μάλλον μιας εταιρίας που μας έχει καταστρέψει αρκετές συναυλίες στο παρελθόν. Περισσότερα “Red Hot Chili Peppers, Αθήνα, 04.09.2012 [live review]”

Είναι πολύ ενδιαφέρον να παρατηρεί κανείς πώς το πνεύμα της εκάστοτε εποχής κυριεύει την καλλιτεχνική έκφραση του ανθρώπινου πολιτισμού. Όχι ότι η «εκάστοτε εποχή» είναι κάτι το ευδιάκριτα οριοθετημένο ή ότι το πνεύμα αυτό είναι τόσο συγκεκριμένο, ώστε όλοι να σπεύδουν να το ξεζουμίσουν με τον ίδιο τρόπο. Απλά υπάρχει πάντα μια έντονη ιδέα, έστω και αφηρημένα ορισμένη, της οποίας το συχνοτικό φάσμα, μπορεί να αποκαλυφθεί αμέσως, αν θέσεις το πρίσμα ενός έργου της εποχής στη σωστή γωνία κάτω από το φως της μέρας.

Η εποχή μας δείχνει να έχει μια έντονη αίσθηση συλλογικού, πανανθρώπινου και χαοτικά συνδεδεμένου εκφυλισμού. Ψυχολογικού, συναισθηματικού, ηθικού, κοινωνικού, βάλε όσους προσδιορισμούς θες, μέσα θα πέσεις. Οι άνθρωποι γίνονται όλο και πιο κακοί και σκοτεινοί, κατα τη μανιχαϊστική έννοια. Οχι όλοι προφανώς, κάποιοι. Αρκετοί όμως για να δώσουν το στίγμα αυτής της εποχής. Περισσότερα “We Need To Talk About Kevin [cine review]”