Menu

Κατάφεραν να βγάλουν ένα από τα πιο ενδιαφέροντα albums της χρονιάς που σύντομα τελειώνει. Ακούγοντας το ομώνυμο CD τους δυσκολεύεται κανείς να πιστέψει ότι είναι το πρώτο ενός σχήματος που δεν έχει πολλά χρόνια που ξεκίνησε την προσπάθειά του, κι όμως φαντάζει απίστευτα ταλαντούχο και σχεδόν… “έμπειρο”. Οι POP EYE μίλησαν στοLost Echoes για πολλά και διάφορα πράγματα. Για την προέλευση του ονόματος της μπάντας, για ….σπανάκι, για τις πηγές της έμπνευσής τους, για την ευρύτερη ελληνική ηλεκτρονική σκηνή, τους… Depeche Mode αλλά και (μέσα στ’άλλα) για τα σχέδια που έχουν αρχίσει να κάνουν για τον επόμενο δίσκο τους! Αλλα ας δώσουμε το λόγο στους ίδιους….

LE – Πείτε μας δυο λόγια για την έως τώρα ιστορία του σχήματος, το ξεκίνημά σας, καθώς και τυχόν παλαιότερα projects σας.

POP EYE – Δεν είναι και καμιά μεγάλη ιστορία, το 2005 βρεθήκαμε, βασικά όταν έφτασε στα χέρια του Δημήτρη, ένα demo με 5 ορχηστρικά τραγούδια που είχε φτιάξει ο Γιάννης. Ο Δημήτρης μόλις είχε αρχίσει να γράφει τους πρώτους αγγλικούς στίχους και μελωδίες κι ενθουσιάστηκε από όσα άκουσε. Έπειτα μπήκε στο παιχνίδι κι ο αδελφός του Γιάννη, ο Μάρκος, που ήταν αρκετά δύσπιστος στην αρχή, αλλά μετά από τα 3 πρώτα τραγούδια πείστηκε, ευτυχώς. Μετά από τραγούδι σε τραγούδι κι από demo σε demo, αρχίσαμε να στέλνουμε δείγματα όπου μπορούσαμε, σε διαγωνισμούς, σε εταιρίες, σε ραδιοφωνικούς παραγωγούς, κι όλα πήραν το δρόμο τους. Τα προηγούμενα project ήταν εντελώς διαφορετικά, ο Μάρκος είχε ένα ελληνικό rock group τους Υστερίξ, ο Δημήτρης ένα έντεχνο σχήμα τους Ατραπός, κι ο Γιάννης πάλευε με τα προγράμματα, τα όργανα και τους ήχους. Περισσότερα “POP EYE – συνέντευξη στο Lost Echoes”

Big Tracks Little Tracks – Feeding the Flame Vol. 6
Οι συντάκτες του Lost Echoes “ψάχνονται” και ψάχνουν…. ανακαλύπτουν και προτείνουν (σχεδόν άγνωστα) μουσικά κομμάτια και σχήματα που ξεχωρίζουν.

Έρχονται από το Seattle και αποτελούν ένα από τα κρυφά διαμάντια της αμερικανικής indie rock. Τα φωνητικά του Ben Bridwell φέρνουν στο νου τον Neil Young αλλά και τους Flaming Lips. Απομένει να δούμε αν η πορεία του σχήματος θα δικαιολογήσει αυτές τις συγκρίσεις και σε μουσικό επίπεδο… Προς το παρόν με τα δύο τους albums στην Sub Pop Records (που μεταξύ άλλων “έβγαλε” σχήματα όπως οι Nirvana, οι Soundgarden και οι Postal Service), το “Everything all the time” και το “Cease to begin” δείχνουν κάτι παραπάνω από …προοπτικές, ενώ τα πολύ όμορφα “The Funeral” και “No one’s gonna love you” αποτελούν τα καλύτερα δείγματα για μια μπάντα που αξίζει το χρόνο μας…

Band Of Horses MySpace Site / Επίσημο Site


Περισσότερα “Big Tracks Little Tracks – Feeding the Flame Vol. 6”

Όταν πριν δύο χρόνια “κατέφυγα” στο Βερολίνο (εν μέρει) για να δω τον αγαπημένο τραγουδιστή της παιδικής/εφηβικής -κι όχι μόνο- ηλικίας μου, δεν θα μπορούσα να στοιχηματίσω ότι δύο χρόνια μετά θα ήμουν ακόμα… ένας από τους λίγους προνομιούχους Έλληνες νοσταλγούς της μουσικής του, που (θα) είχαν την τύχη να τον δουν live! Ευτυχώς κάποιοι με διέψευσαν κι έδωσαν την ευκαιρία σε αρκετούς ακόμα χιλιάδες Έλληνες να απολαύσουν αυτό τον τεράστιο συνθέτη που με τις μελωδίες του σημάδεψε και -γιατί όχι… και- επηρέασε την πορεία μας, τα όνειρά μας, τον τρόπο σκέψης μας…

Ο Roger Hodgson ήταν πάντα ειλικρινής, άμεσος και ανθρώπινος…, γήινος θα έλεγα, στους στίχους του. Κάποιοι από αυτούς τώρα μπορεί να ακούγονται ακόμα και αφελείς (όπως κι ο ίδιος με πνεύμα αυτοσαρκασμού υπαινίχθηκε χθες το βράδυ), αλλά τόσο ο ίδιος όσο κι εμείς που μεγαλώσαμε με αυτούς, βαθιά μέσα μας γνωρίζουμε ότι ακόμα και η αφέλεια στα τραγούδια του Hodgson είχε κάτι να πει, κάτι γλυκό και πραγματικό να εκφράσει, κάτι που στις περισσότερες των περιπτώσεων το είχαμε ζήσει κι εμείς οι ίδιοι.

Ήταν η πρώτη φορά που ο ένας εκ των δύο κεφαλών των Supertramp (ο άλλος ήταν ο Rick Davis – ακόμα μια μεγάλη μουσική ιδιοφυία που όμως μακροπρόθεσμα “κατάφερε” τελικά να κρατήσει στην μουσική του κουλτούρα και κληρονομιά περισσότερο το όνομα Supertramp- παρά την …χάρη και το μεγαλείο που μαζί με τον Hodgson είχαν καταφέρει να δημιουργήσουν) επισκεπτόταν τη χώρα μας για ζωντανή εμφάνιση. Ο χώρος που επιλέχθηκε ήταν και αποδείχτηκε μάλλον ιδανικός για μια τέτοιου είδους συναυλία. Το θέατρο Badminton ξεχωρίζει σε πολλούς τομείς σε σχέση με τα υπόλοιπα αντίστοιχα venues της Αθήνας, καθώς τόσο με ηχητική του υποδομή όσο και με την δομή του χώρου του δίνει τη δυνατότητα σε καλλιτέχνες όπως ο Hodgson τη δυνατότητα να αναδείξουν τη δύναμη και την ομορφιά των συνθέσεών τους, αλλά και σε μας του τυχερούς που βρεθήκαμε εκεί την ευκαιρία να απολαύσουμε ένα τόσο σημαντικό μουσικό έργο χωρίς προβλήματα και ατέλειες.

Θυμάμαι τον εαυτό μου να προβλέπει τουλάχιστον 3 φορές ότι η αίθουσα δεν θα γέμιζε… Λίγο αργότερα, και καθώς οι Έλληνες φρόντισαν να τηρήσουν τις κλασικές συνήθειές τους (έρχομαι τελευταία στιγμή…. και αμα λάχει καθυστερώ και την έναρξη της συναυλίας για να βρω τη θέση μου…), διαψεύστηκα και με χαρά διαπίστωσα ότι οι 40+ /σε ηλικία/ (κι όχι μόνο) μουσικόφιλοι της Ελλάδας, πολλοί από τους οποίους κατέφθασαν συν γυναικί και τέκνοις, δεν ακούνε μόνο σκυλάδικα… .  Δεν γνωρίζω αν η αίθουσα ήταν γεμάτη και την προηγούμενη βραδιά αλλά μπορώ να πω ότι ένιωσα ανακουφισμένος που ο Roger δεν θα ξενέρωνε με τη μίζερη εικόνα πιθανών άδειεων θέσεων! Όχι τίποτα άλλο αλλά αν ξενέρωνε, και να ήθελε να έρθει ξανά μετά από άλλα… 30 χρόνια.. δεν θα προλάβαινε. Τώρα, ίσως να έχουμε την ευκαιρία να τον ξαναδούμε, αν βέβαια κι αυτός μας κάνει τη χάρη να βγάλει και κάτι καινούριο (έχουν περάσει περίπου 7 χρόνια από την τελευταία του στουντιακή δουλειά).

Όπως και στο Βερολίνο, έτσι κι εδώ το σκηνικό ήταν minimal. Ένα πιάνο με ουρά, δύο κιθάρες, ένα synth, και σε μια γωνία ο (εδώ και 2 περίπου χρόνια συναυλιακός συνοδοιπόρος του) Erin MacDonald με μια πλειάδα πνευστών που έκαναν το live να μοιάζει λιγότερο …unplugged. Δεν έλειπαν φυσικά τα φυτά και τα χαλιά που ο Hodgson έχει πάντα μαζί του στην συγκεκριμένη over-extended μουσική περιοδεία του. Ο Roger Hogdson έκανε ακόμα μια φορά αυτό που ξέρει καλύτερα από κάθε άλλον…, μας διηγήθηκε τις ιστορίες πίσω από τα τραγούδια του. Κι όταν τα ερμήνευε μας έκανε να νιώθουμε σαν να ήμασταν εμείς οι ήρωες αυτών των ιστοριών, καθώς οι δικές του εμπειρίες γίνονταν δικές μας και τα κοινά σημεία ήταν ..ανατριχιαστικά πολλά. Ο κόσμος δεν διέψευσε ιδιαίτερα τις προβλέψεις μου και ήταν σαφώς λιγότερο εκδηλωτικός από αυτόν στον Βερολίνο, αλλά ακόμα κι έτσι ήταν συγκινητικό να βλέπεις ανθρώπους εν μέρει νέους (και οι 40αρηδες νέοι δεν θεωρούνται…;) αλλά και μεγαλύτερους να σηκώνονται από τις θέσεις τους και να λικνίζονται στους ρυθμούς της κιθάρας ή του πιάνου του Hodgson.

Ο Roger μάλλον ήξερε ότι στην Ελλάδα το “School” είναι πιο γνωστό ακόμα και από το πολυ-παιγμένο “Logical Song” ή και το “Breakfast In America”. Κάθε φορά λοιπόν που τύχαινε να αναφέρει τη λέξη “School” στις ιστορίες που μας διηγήθηκε, έβλεπε και άκουγε το κοινό να ξεσηκώνεται, πιστεύοντας ότι ήρθε η στιγμή για το αγαπημένο μας κομμάτι. Τελικά το τραγούδησε στο encore ενώ με το τελευταίο του τραγούδι (“It’s raining again”) άφησε τη σκηνή έχοντας καταφέρει να κάνει την αίθουσα να σείεται από το πλήθος που σηκωμένο τον χειροκροτούσε. Ήταν ίσως από την πλευρά του κοινού ένας φόρος τιμής, μια ένδειξη σεβασμού και θαυμασμού.

Ήταν μια όμορφη συναυλία, από αυτές που -για μία ακόμα φορά- εδραίωσαν μέσα μου την άποψη ότι …γεννήθηκα σε λάθος εποχή. Και τι δεν θά ‘δινα να είχα την ευκαιρία να παρευρεθώ στη μεγαλειώδη συναυλία τους το 1979 στο Παρίσι, στο αποκορύφωμα του μουσικού τους μεγαλείου! Καθ’όλη τη διάρκεια της συναυλίας από το μυαλό μου περνούσε και η ευχή που νομίζω θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ….καθολική (και κοινή για όλους τους fans των Supertramp): Επανένωση Roger Hodgson και Rick Davies, για μια -έστω τελευταία- περιοδεία του σχήματος που έχει αγγίξει τις καρδιές μας, …τη ζωή μας ολόκληρη.

Setlist:

Give a little bit
Lovers in the wind
Hide in your shell
Easy does it
Sister Moonshine
Rosie had everything planned
Breakfast in America
Along Came Mary
The Logical Song
The more I look
Child of vision
Even in the quietest moments
Don’t leave me now
Dreamer

Encore: School, It’s raining again

R.E.M., Kaiser Chiefs live @ MTV Day

Kallimarmaro Stadium Athens, Greece 05/10/08

I’ve got my spine, I’ve got my Orange Cash!

To MTV ήρθε στην Ελλάδα και διοργανώνει μία καταπληκτική συναυλία στο Καλλιμάρμαρο, με τους REM να κατέχουν τον πρώτο ρόλο. Ένα “φρέσκο” συγκρότημα στην “καλύτερη” στιγμή της καριέρας τους. Το καλύτερό όλων; Η είσοδός είναι δωρεάν. Κάποιος να μου υπενθυμίσει απλά ότι δεν είμαστε στο 1998 ή μάλλον καλύτερα στο 1988 που το MTV όντως κυβερνούσε τον κόσμο, μαζί με τους R.E.M. και οι teenagers δεν έβλεπαν music videos στο YouTube. Με είκοσι λοιπόν το λιγότερο χρόνια καθυστέρηση μπήκαμε και μείς μέτοχοι σε ένα ακόμη franchise. Όπως και να έχει μόνο το γεγονός του ότι το Στάδιο δεν γέμισε για άλλη μια φορά από Νταλάρες, Κότσιρες και Αλεξίου μια χαρά ήταν. Κάτι η υπερπροβολή κάτι οι Kaiser Chiefs στις 7 που φτάσαμε το γήπεδο μέτραγε 35 χιλιάδες άτομα περίπου. Πόλυ όμορφο stage και γενικά χαλαρή ατμόσφαιρα. Το μόνο γελοίο σκηνικό ήταν οι “ρεζερβέ” κερκίδες που μοίραζαν και μαξιλαράκι από αφρολέξ. Η συγκεκριμένη συναυλία είναι σίγουρα από τις πιο straight edge που έχουν γίνει ποτέ στην Ελλάδα μιας και στον χώρο δεν επιτρεπόταν ούτε ποτά ούτε τσιγάρα. Όσοι κάπνιζαν έκαναν το τσιγαράκι τους πάντως και οι πιο έμπειροι είχαν καβάντζα και τις μπυρίτσες τους. Καλύτερο σκηνικό ο 16χρονός πιτσιρίκας δίπλα μου που μασούλαγε σάντουιτς made by mama λίγο πριν βγουν οι REM.

Στις 7:30 λοιπόν βγήκε ο παρουσιαστής του Αμερικάνικου MTV μας καλωσόρισε και μας παρουσίασε κάτι φρούτα που έχουν διαλέξει για Έλληνες vjs. Τα οποία δυστυχώς ούτε Αγγλικά δεν ήξεραν να μιλήσουν καλά-καλά , ευτυχώς κατά την διάρκεια η παραγωγή τους έθαψε και άφησε του Ισπανούς vjs να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους. Λίγο πριν της οχτώ βγήκαν στην σκηνή η C:REAL και το μόνο ενδιαφέρον ήταν το γιατί η τραγουδίστρια μία έβαζε μια έβγαζε τα γυαλιά και αν την ενοχλούσε το τσουλούφι τους. Η όποια προσπάθεια τους να προσθέσουν κάτι στην pop έπεσε στο κενό με ανύπαρκτες συνθέσεις και μια άδεια και άκομψη σκηνική παρουσία. Ο κόσμος παρόλα αυτά τραγουδούσε. Είδατε τι ζημιά κάνει αυτή η τηλεόραση. Μετά από ένα μισάωρο μας χαιρέτησαν και νομίζω κάπου εκεί παρεμβλήθηκε η συνέντευξη των REM  (ΡΕΜ όπως τους έλεγε ο περισσότερος κόσμος). Οι συγκεκριμένοι δεν έδειξαν τόσο συγκινημένοι που έπαιζαν σε μία πόλη που είχε το ίδιο όνομα με την γενέτειρα τους και είπαν ότι σήμερα θα έκλειναν την περιοδεία με ένα full set 90 λεπτών. Ακλούθησαν περισσότερες φιλοφρονήσεις διαφημίσεις και να’σου στην σκηνή η Gabriella ή οποία πέρασε όπως ήρθε με μοναδική εξαίρεση την διασκευή στο “Wholla Lotta Love” των Led Zeppelin οπού κουνήθηκε αρκετός κόσμος.

Στις 9:30 είχε έρθει η ώρα της μπάντας που περίμενε το μεγαλύτερο κομμάτι του κόσμου. Όσο περίεργο και αν σας φαίνετε οι Kaiser Chiefs είναι πολύ περισσότερο γνωστοί στις ηλικίες 16-22 απ’οτι οι R.E.M. Το κοινό τους υποδέχτηκε με ενθουσιασμό και ο Ricky Wilson ανταπέδωσε αντίστοιχα. Για μισή ώρα ξεσήκωσαν τον κόσμο με τις επιτυχίες τους όπως “Everyday I Love You Less and Less”, το καινούριο “Never Miss A Beat”, “Ruby”, “I Predict A Riot”, “Angry Mob” και εξαφανίστηκαν χωρίς να πουν κουβέντα. Σε σχέση με το πλήρες σετ που τους είχαμε δει πριν από 1 χρόνοo αυτό παρά την σύντομη διάρκεια ήταν σχετικά κουρασμένο. Ίσως παίζουν και κάποιο ρόλο τα εξτρά κιλά που έχει βάλει ο τραγουδιστής. Αργότερα όταν ρωτήθηκε από το MTV πως του φάνηκε, απάντησε “Εύκολο γιατί ήταν τόσο σύντομο!”. Εμείς κρατάμε το σχόλιο του νεαρού δίπλα μας “Είναι δυνατόν να παίξουν τόσο λίγο για να βγουν αυτοί οι παππούδες οι R.E.M. που δεν τους ακούει κανείς πια;”.

Καθαροί επαγγελματίες οι R.E.M. ξεκίνησαν με το πρώτο κομμάτι από τον τελευταίο τους δίσκο.  Χρειάζονταν όμως κάτι ποιο γνωστό όπως το “What’s the Frequency Kenneth” με το μαύρο γυαλί και τις ρομποτικές κινήσεις του Stipe για να απογειώσει (το μεγαλύτερο σε ηλικία πλέον) πλήθος. Διάλειμμα με το “Drive” και συνέχεια με το τελευταίο τους single “Man Sized Wreath”.Παρά το γεγονός του ότι το όλο show μεταδίδονταν ζωντανά από το MTV ο τραγουδιστής μας ρώτησε “How the Fuck are you?” και πριν το “Hollow Man” δήλωσε “That’s a new song that I like to sing”. Δηλώνοντας έτσι ανοικτά την αντίθεση του στην πολιτική κατάσταση που επικρατεί στην χώρα του.  Με το “Electrolite” μας πήγαν λίγο πιο πίσω, δίνοντας μας μια ανάσα χαλάρωσής αλλά και μια δόση κατάθλιψης ταυτόχρονα. Περνώντας στο “The Great Beyond” όλοι χοροπήδησαν και τραγούδησαν ευτυχισμένοι. Κάπου εκεί άρχισε να βρέχει hits. “One I Love” με τον Stipe να’χει κατέβει κάτω και να τραγουδάει στην αγκαλιά του κόσμου. Ξεπερνάμε γρήγορα την χαλάρωση-συντήρηση με  το “She Just Want’s to Be” από το “Reveal” του 2001. Ακολουθεί πανδαιμόνιο με το “Losing my Religion” και τον Peter Buck στο μαντολίνο. Κάπου εκεί νοιώσαμε το πνεύμα των Replacements, των Husker Du και των Butholle Surfers που αντίστοιχα είχαν άχτι ή έκαναν παρέα με τους R.E.M. στα 80s. Η επόμενη μεγάλη στιγμή ήρθε στην εκτέλεση του “Orange Crush” ένα κομμάτι διαμαρτυρίας από το 1988 στο οποίο το ρεφραίν τραγουδήθηκε κλασικά μέσω τηλεβόα.

Το κόλπο της προβολής του setlist στα monitor και η γραπτή ερώτηση “Thelete kai allo?” απαντήθηκε με τρελό ενθουσιασμό από όσους είχαν μείνει. Μετά τις 11 μέρος του κοινού είχε αποχωρήσει γιατί είχε σχολείο την άλλη μέρα. Το encore ξεκίνησε με το “Supernatural Superserious” το όποιο στάθηκε άνετα δίπλα στο “It’s the end of the world As We Know It” που απογείωσε και τους τελευταίους καθιστούς από τις κερκίδες. Το “Man On The Moon” ήταν πιο συγκινητικό και από την ταινία την ίδια και συνέβαλε σε μια αξέχαστη καληνύχτα.

Κοιτάζοντας πίσω δεν πρέπει να ξεχάσουμε ότι αυτό που είδαμε δεν ήταν εντελώς αυθόρμητη συναυλία αλλά κάτι που υπάκουγε στις προσταγές και τα χρονικά περιθώρια της TV και έτσι ο αυθορμητισμός ήταν ιδιαίτερα περιορισμένος. Από την άλλη απολάυσαμε μια φοβερά επαγγελματική σκηνοθεσία στα monitor που έδιναν το κάτι παραπάνω στην όλη εμπειρία. Οι ίδιοι οι REM καταφέρνουν να γεμίσουν της σκηνή με το one-man-show του Stipe. Σίγουρα θα προτιμούσαμε ένα set list με κάποια παραπάνω κομμάτια από το παρελθόν αλλά δεν νομίζω ότι καμία μπάντα θα άφηνε ανεκμετάλλευτη την ευκαιρία να προβάλει το τελευταίο της άλμπουμ στο MTV.

Χρήστος Αναγνώστου

Κυρίες και κύριοι, καλώς ήλθατε στα «Εξωτικά πλάσματα του βυθού». Δώστε τα κλειδιά του αυτοκινήτου στο χαριτωμένο μαϊμουδάκι, καθήστε αναπαυτικά στη θέση του συνοδηγού κι ελάτε να ζήσουμε την Αναγέννηση σε μια φαντασμαγορία μίας ώρας: Θα δείτε περίεργα ζώα, άντρες να κυοφορούν, «πειραγμένους» στο Photoshop κλώνους του Morrissey που στοιχειώνουν τις φαντασιώσεις αθώων κορασίδων και χίλια δυο άλλα θαυμαστά… Μην ανησυχείτε όμως, ο σκηνοθέτης δεν θα φωνάξει ποτέ «Cut!»…

Τα παραπάνω θα μπορούσαν να είναι άσχημο όνειρο μετά από μεγάλο φαγοπότι, ψυχεδελική παράκρουση μετά από κατανάλωση παραισθησιογόνων ή ακόμα και το σενάριο της επόμενης ταινίας του Tim Burton. Δεν είναι όμως παρά το νέο άλμπουμ των Sparks, για την ακρίβεια το εικοστό πρώτο άλμπουμ τους. Οι αδελφοί Ron και Russell Mael επηρέασαν με τα τραγούδια και τη σκηνική τους παρουσία ορισμένα από τα πιο επιδραστικά γκρουπ των 80’s (που, με τη σειρά τους, επηρέασαν αμέτρητες μπάντες των μετέπειτα δεκαετιών). Θέλετε ονόματα; Depeche Mode, New Order, Pet Shop Boys, They Might Be Giants, Associates, η λίστα είναι ατέλειωτη… Η μουσική τους είναι θεατρική, οπερετική, ηλεκτρονική, κιθαριστική, synthpop, britpop, alt rock και art rock ταυτόχρονα, οι δε στίχοι ολιγόλεπτες πραγματείες πάνω στο παράλογο και το λογικό, σερβιρισμένες με μπόλικη ειρωνία και ακόμα περισσότερο χιούμορ.

Οπτικά, η εικόνα τους υπήρξε τόσο πολύπλευρη όσο και η μουσική τους: από τις à la Jim Morrison εμφανίσεις του (μακρυμάλλη τότε) Russell και το χιτλερικό μουστάκι του Ron στα 70’s, στις κοστουμαρισμένες James Bond-ικές φιγούρες στα 90’s (αφήνουμε απ’ έξω τα 80’s ως στυλιστικό ατόπημα) και τις fit (παρά τα… δεύτερα -ήντα), γεμάτες ενέργεια παρουσίες τους εν έτει 2008. Σταθερά και απαράλλαχτα στα 38 αυτά χρόνια καριέρας έμειναν η κοφτερή (αυτο)σαρκαστική πένα, το αγέραστο falsetto του Russell και το ψαρωτικό, βλοσυρό βλέμμα του Ron. Α, ναι: και το σημαντικότερο, το ταλέντο τους. Ένα ταλέντο που δεν στέρεψε κι ας πέρασαν σχεδόν σαράντα χρόνια. Σαράντα χρόνια… μα αυτό σημαίνει πως είναι δεινόσαυροι, απολιθωμένοι πουρόκερς της Σιλούριας περιόδου (τουλάχιστον) που ξέμειναν να παίζουν μουσική, σωστά;

Λάθος. Παρά τη συμπλήρωση τριάντα οκτώ ετών στη δισκογραφία, οι αδελφοί Mael ακούγονται πιο σύγχρονοι και πρωτοπόροι από ποτέ. Στα «Εξωτικά πλάσματα του βυθού» δεν υπάρχει ούτε μία βαρετή νότα και οι Sparks δίνουν για μία ακόμη φορά υποδειγματικά μαθήματα μουσικής. Λιγότερο οπερετικό από το Lil’ Beethoven του 2002, λιγότερο synthpop από το Gratuitous Sax and Senseless Violins του 1993 αλλά με την ίδια γερή δόση χιούμορ και ακόμα περισσότερο glam, το νέο τους  άλμπουμ επιστρέφει εν μέρει στις 70’s art rock ρίζες τους. Ο Russell αγγίζει ξανά τις ψηλότερες νότες του πενταγράμμου και τραγουδά ξεδιάντροπα εικονοκλαστικούς στίχους διπλός, τριπλός και πολλαπλός, με λίγα λόγια απολύτως χορταστικός. Ο Ron από την άλλη παρουσιάζει δεκατρείς άψογες συνθέσεις που τα έχουν όλα: από electroclash μέχρι κλασσική μουσική, από glam rock μέχρι καμπαρέ.

Το πρώτο single λέγεται Good Morning. «Ελπίζω το χαμόγελό σου να είναι το μόνο μεταδοτικό πάνω σου», σκέφτεται ο ήρωάς μας καθώς κοιτάζει με μισόκλειστα από το hangover μάτια την αιθέρια ύπαρξη που ξυπνά δίπλα του. «Περίμενε, πού πας; Μήπως “ντα σβεντάνια” δεν σημαίνει καλημέρα»; Οι Sparks βρίσκονται σε άριστη φόρμα μουσικά και στιχουργικά και έτσι θα παραμείνουν μέχρι την τελευταία νότα του άλμπουμ.
Συνέχεια με απολαυστικό, λαχταριστό electro. «I can’t believe that you would fall for all the crap in this song» μας λένε τ’ αδέλφια από την Καλιφόρνια και μέσα σε τέσσερα λεπτά καταφέρνουν να γελοιοποιήσουν τα κλισέ της ποπ μουσικής. «Θέλω εσένα και μόνο εσένα, θα σου μείνω για πάντα πιστός, αγάπη μου», ακριβώς όπως κάθε love song που σέβεται τον εαυτό του. Τρίχες… πιστεύετε ακόμα στον άγιο Βαλεντίνο;

Προχωρώντας παρακάτω συναντούμε το Lighten up, Morrissey. Δύσκολα τα πράγματα για τον επίδοξο μνηστήρα μιας hardcore fan του λοφιοφόρου τροβαδούρου με τη μελαγχολική φωνή και την αιχμηρότατη πένα. «Δεν θέλει να βγει μαζί μου γιατί δεν είμαι σαν κι εκείνον, λέει πως η ευφυία μου έχει πάχος τσιγαρόχαρτου. Δεν θέλει να πάμε για φαγητό γιατί “το κρέας είναι φόνος”». Γι’ αυτό χαλάρωσε επιτέλους, Morrissey, και μην είσαι τόσο… Morrissey αλλιώς δεν θα μου κάτσει ούτε στους αιώνες των αιώνων… Ο Russell βγάζει τα κολλητά 70’s παντελόνια από τη ναφθαλίνη, μεταμφιέζεται σε David Johansen και τα χώνει στον Morrissey σ’ ένα κομμάτι που θυμίζει έντονα New York Dolls (η αγαπημένη μπάντα του Morrissey, κατά διαβολική σύμπτωση) και που ο ίδιος ο Morrissey θα όφειλε να διασκευάσει στις επόμενες συναυλίες του.

Μία (ακόμα) από τις καλύτερες στιγμές του Exotic creatures of the deep είναι το I’ve never been high, το οποίο συνοψίζει τo μουσικό στίγμα των Sparks τα τελευταία χρόνια: Grand piano, ενορχηστρώσεις με δραματικά τύμπανα και έγχορδα, λυρισμό αλλά μην ξεχνιόμαστε: στίχους που μπορούν να σε κάνουν να πνιγείς από τα γέλια. Αυτό ακριβώς είναι που κάνει τους Sparks μοναδικούς: Καταφέρνουν να συνδυάσουν τη μελωδία με την παρωδία, το λυρισμό με το δράμα, τον Woody Allen με τον Jim Carrey. Αντί όμως να έχουν την αναγνώριση που τους έπρεπε, οι Sparks παραμένουν ακόμα underground, κοιτάζοντας τα πνευματικά παιδιά τους από τις κουΐντες. Πότε με περηφάνια, πότε μειδιώντας με ανασηκωμένο το φρύδι.

Η ώρα περνά γρήγορα όταν το ένα τραγούδι είναι καλύτερο από το άλλο. Όταν έρθει η ώρα να τελειώσει το σόου, η ανάδυση από τον βυθό με τα εξωτικά του πλάσματα είναι απότομη αλλά η εμπειρία τόσο έντονη που θέλεις να καταδυθείς ξανά και ξανά… και αυτό σου αφήνει κουσούρια. Εν προκειμένω, στιχάκια και μελωδίες που κολλάνε πάνω σου σαν βδέλλες και σε κάνουν να τραγουδάς στο δρόμο «I need you and only you, my love». Και, όταν συνειδητοποιείς ότι οι περαστικοί που σ’ ακούνε έχουν εκείνο το ελαφρώς ειρωνικό χαμόγελο (του τύπου «όταν ερωτεύεσαι χαζεύεις»), ξαφνικά βάζεις τα γέλια γιατί συνειδητοποιείς ότι, τελικά, όλα είναι θέμα οπτικής γωνίας…
Είπα ότι ζηλεύω τους Λονδρέζους που είδαν και άκουσαν όλ’ αυτά με τα μάτια τους; Όχι; Ας το πω, λοιπόν. Τους ζηλεύω.

1. Intro

2. Good Morning

3. Strange Animal

4. I Can’t Believe That You Would Fall For All The Crap In This Song

5. Let The Monkey Drive

6. Intro Reprise

7. I’ve Never Been High

8. (She Got Me) Pregnant

9. Lighten Up, Morrissey

10. This Is The Renaissance

11. The Director Never Yelled “Cut”

12. Photoshop

13. Likeable

Επιχειρήστε το εξής πείραμα: δέστε τη γραβάτα σας όχι στο λαιμό σας αλλά γύρω από τα μάτια σας (ή ακόμα καλύτερα, τη μάσκα ύπνου της μεγαλοαστής πεθεράς σας). Προσπαθήστε να βρείτε το δρόμο σας τώρα. Μη γελάτε, όχι, δεν παίζουμε τυφλόμυγα. Προσποιηθείτε ότι χάσατε την όραση σας έτσι ξαφνικά και πρέπει να ζητήσετε βοήθεια. Άουτς! Σκοντάψατε; Δεν πειράζει, μην κάνετε σαν μωρά, δεν χρειάζεται πανικός, όχι ακόμα τουλάχιστον. Ο πανικός θα αρχίσει να σας πλημμυρίζει  σε λίγα λεπτά, μόλις συνειδητοποιήσετε ότι δεν μπορείτε να βρείτε το κινητό σας τηλέφωνο ή ακόμα κι αν το βρήκατε, δεν μπορείτε να το χρησιμοποιήσετε αφού δεν θυμάστε κανένα τηλέφωνο από μνήμης. Εδώ κάπου νιώθετε ότι όλα αυτά είναι ανοησίες, φτάνει πια, ιδρώσατε. Μισό λεπτό! Σκεφτείτε για λίγο τι θα συνέβαινε αν όλοι οι κάτοικοι μιας σύγχρονης πόλης έπεφταν θύματα ενός μυστήριου ιού που προκαλεί τυφλότητα ξαφνικά και απροειδοποίητα. Περισσότερα “Blindness / Entre les murs [cine reviews]”