Menu

Προφητική ταινία; Καλλιτεχνικό ένστικτο; Αφυπνισμένες ενοχές του σκηνοθέτη και απολογία εκ μέρους ισραηλινών διανοούμενων σκεπτικιστών; Ή αποκατάσταση μιας απωθημένης επώδυνης εμπειρίας για χάρη μιας ειλικρινούς ωρίμανσης υπαρξιακής και καλλιτεχνικής; Ίσως όλα αυτά και ακόμα, προφανώς, περισσότερα ήταν το σημείο αναφοράς της ταινίας “Βαλς με το Μπασίρ” που αποδεικνύεται τραγικά επίκαιρη με τα πολεμικά εγκαίνια του νέου χρόνου στην περιοχή της Γάζας.

Το βαλς του πολέμου χορεύεται με υπόκρουση τα σφυρίγματα των βομβών και τις κραυγές των αμάχων στις αρχές της δεκαετίας του ΄80, όταν ο Μπασίρ, ο πρόεδρος του Λιβάνου δολοφονείται και οι χριστιανοί φαλαγγίτες σφαγιάζουν τους Παλαιστινίους στους προσφυγικούς καταυλισμούς Σάμπρα και Σατίλα με τη σιωπηλή ανοχή ή και σύμπραξη των ισραηλινών στρατευμάτων. Ο ίδιος ο σκηνοθέτης, ο οποίος είχε υπηρετήσει στον  ισραηλινό στρατό εκείνη την εποχή, βασανίζεται από εφιάλτες και έχοντας κενά μνήμης αναζητά τους παλιούς του συμπολεμιστές, ώστε να επαναφέρει με τη βοήθειά τους ξεχασμένα γεγονότα που σχετίζονται με την επέμβαση στο Λίβανο.

Σύμφωνα με τις δηλώσεις του ίδιου του σκηνοθέτη η δημιουργία της ταινίας υπήρξε μια πραγματικά ψυχική δοκιμασία, αλλά και βαθιά ηθική ανάγκη απέναντι στους απογόνους του. Αξιοποιώντας τις δυνατότητες της ψηφιακής τεχνολογίας, του κλασικού animation  και του τρισδιάστατου σκίτσου, ο ΄Αρι Φόλμαν ξεκινάει ένα ταξίδι αυτοπραγμάτωσης από τα φτερουγίσματα και την αθωότητα της νεανικής ηλικίας μέχρι και την βεβιασμένη ενηλικίωσή του μέσα από το ακούσιο βάπτισμα στον πόλεμο.

Η λύτρωση συνάδει με τις ψυχοδυναμικές θεωρίες που προϋποθέτουν την επαναδιαπραγμάτευση ενός επώδυνου παρελθόντος που επανέρχεται απρόσκλητο, μεταμφιεσμένο σε εφιάλτες. Η μεταμέλεια φοράει, λένε ξυλοπάπουτσα, για να υπενθυμίζει τις ευθύνες και την ανάγκη της συγγνώμης. Η μεταμέλεια δυστυχώς δεν εκφράστηκε ποτέ επίσημα, αλλά μάλλον δεν υπάρχει ίχνος της στους φορείς της εξουσίας .

Άριστη μουσική επένδυση αυτού του εσωτερικού ταξιδιού αποτελεί η δουλειά του Richter** που δεν κρύβει το ενδιαφέρον του για τη συνεργασία με σκηνοθέτες του κινηματογράφου. Απόλυτα κατάλληλη και υποβλητική η εισαγωγή από το “Songs from before”, το προηγούμενο άλμπουμ του, σηματοδοτεί το τέλος της λήθης και τα βασανιστικά ερωτήματα για τη σιωπή ως συνενοχή σε εγκλήματα πολέμου. Τα δυναμικά ροκ μουσικά μοτίβα πλαισιώνουν τα νεανικά σκιρτήματα του ήρωα και την πολεμική δράση, ενώ μετατρέπονται σε μελωδικά σκοτεινά ακούσματα, για να  υποδηλώσουν τραυματικά βιώματα.

Η ταινία έχει πολλαπλές υποψηφιότητες για βραβεία, καθώς συνδυάζει αριστοτεχνικά την εικαστική απόλαυση ενός κόμικ, την καταγγελτική δύναμη του κινηματογράφου και την απόκρυφη δύναμη της μουσικής. Άλλοτε βαθιά ανθρώπινη και άλλοτε ρεαλιστικά φρικιαστική η ταινία αποδεικνύει ότι για να ξεχάσουμε τη φρίκη, πρέπει πρώτα να τη θυμηθούμε, ώστε να αποχαιρετίσουμε τα φαντάσματα του παρελθόντος με ευγνωμοσύνη για όσα μας δίδαξαν.

Σχολιάστε

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.