Menu

Μερικοί από εσάς ίσως είναι αρκετά μεγάλοι για να θυμούνται τον Doctor Who κάποιοι άλλοι ίσως βλέπουν ήδη τα νέα επεισόδια. Μια cult πλέον σειρά επιστημονικής φαντασίας του BBC ή οποία παιζόταν στην κρατική τηλεόραση. Κατά καιρούς υπήρξαν διάφοροι ηθοποιοί που ενσάρκωσαν τον συγκεκριμένο χαρακτήρα. Ο καλύτερος κατά γενική ομολογία ήταν και παραμένει ο Tom Baker. Στα 65 του χρόνια λοιπόν αντί να γκρινιάζει για όλα όπως οι δικοί μας συνταξιούχοι, μας χαρίζει ένα βιβλίο. Περισσότερα “The Boy Who Kicked Pigs [Tom Baker]”

Αμφιταλαντεύομαι στο αν πρέπει να μοιραστώ μαζί σας τις εντυπώσεις ενός μουσικού CD ή να αρχίζω να σχολιάζω φωτογραφίες ενός άλμπουμ με έναν φίλο, με κάποιον που θα είχα το θάρρος να αποκαλύψω και την ιστορία μίας μίας φωτογραφίας: “Αυτή είναι από τις διακοπές στην Ιθάκη. Εδώ είμαστε με μια παρέα από τον στρατό και τα πίνουμε. Εκδρομή με τους συμμαθητές μου στην Ύδρα. Με τον κολλητό μου στην συναυλία των Kraftwerk κλπ”.

Η συσκευασία και μόνο με πήγε σε άλλη δεκαετία. Η νοσταλγία είναι ένα συναίσθημα που σε κυριεύει από την στιγμή που θα πιάσεις το CD στα χέρια σου στην προθήκη του δισκοπωλείου. Δεν είναι φτηνό μαρκετίστικο κόλπο. Απλώς minimal αρτιστική άποψη, σχετική με τον τίτλο και το όνομα του καλλιτέχνη. Οφείλω όμως να ομολογήσω πρωτότυπη και όσο χρειάζεται διακριτική. Χωρίς φρου-φρου, αυτοκόλλητα του τύπου “ο δίσκος που όλοι περιμένατε” και με μία τάση να το ανοίξεις να δεις πώς είναι και μέσα.

Όντως και το εσωτερικό είναι στο στυλ της συσκευασίας των φιλμ Polaroid της δεκαετίας 70. Το ενημερωτικό βιβλιαράκι είναι όσο πρέπει σε πληροφορίες, χρώματα και εικόνες. Έχει άποψη και ακολουθεί και την προσωπική τάση για simplicity (τάση και άποψη που την έχω ενστερντιστεί απόλυτα τον τελευταίο καιρό – less is more). Anyhow…

Το πρόσωπο
Πολυπράγμων, άμεσος, ανθρώπινος και εραστής της μουσικής. Proxies, Carpe Diem, Mikro, ανώνυμες επιμέλεις άλλων project, πολλά εμπνευσμένα remixes, συνιδιοκτήτης της Undo Records, multimedia persona, σκηνοθετικές επιμέλειες video clip (με τον έταιρο Καππαδόκη Γ. Γερανιό)
Γνωστός ως και Νίκος Μπιτζένης…

Οι φωνές
Έντονη η φωνητική παρουσία της Μαρίας Παπαδοπούλου , με φωνή μοναδική αναδεικνύει τα κομμάτια χωρίς να προβάλλει με έμφαση τις ικανότητές τους και χωρίς να χαντακώνει τη μουσική… Αυτό θα πει ήθος, αυτογνωσία, σωστή μουσική διδασκαλία (ναι στις ηχογραφήσεις πρέπει να γίνεται και αυτό), άποψη και αγάπη για τα τραγούδια. Είτε πρόκειται για τραγούδι, είτε για απλή απαγγελία, δεν μπορείς παρά να μην σκέφτεσαι ότι κάποιος έχει μπει έντονα μέσα σου, μιλάει, ψιθυρίζει, αποκαλύπτει. Σίγουρα συγκαταλέγεται στη κλάση φωνών όπως της Tori Amos,  Tracy Horn, Bjork.

Οι μουσικές
Θα με εξόργιζε πολύ ένας δίσκος που θα μου θύμιζε κάτι από Moby, Massive Attack, Portishead, Air, Nouvelle Vague, Suzanne Vega. Και πιστέψτε με υπάρχουν δεκάδες lounge απόπειρες που όλες αυτές λιγότερο ή περισσότερο “φέρνουν” στα παραπάνω ακούσματα. Τα αυθόρμητα όμως συναισθήματα, η ευφορία, τα χαμόγελα ή μια γλυκιά μελαγχολία που μπορούν να σου φέρουν τα είκοσι κομμάτια του CD (όποιος θέλει εξαιρεί και τα μικρά ορχηστρικά – γνωστά και ως Interludes) σε τίποτα δεν μπορούν να οδηγήσουν σε συγκρίσεις ή συσχετίσεις σε θέμα σύνθεσης, ενορχήστρωσης, παραγωγής.
Το mastering είναι και αυτό στα πλαίσια της τελειομανίας όπως σε όλες τις δουλειές του Ν.Μ.

Οι εμπειρίες
Θέλεις να το βάλεις στο αυτοκίνητο για παρέα σε μια βόλτα, συντροφιά σε ένα απογευματινό διάλειμμα, στο ipod για μια βόλτα σε χειμωνιάτικο τοπίο, στον υπολογιστή του γραφείου σου για μικρά διαλείμματα χαλάρωσης, να το ακούς όσο εσύ κάνεις “ταβανοθεραπεία” (το φαινόμενο όπου κάθεσαι αποσβολωμένος και κοιτάς το ταβάνι χωρίς άλλες αντιδράσεις), αγκαλιά με το έτερον ήμισυ, όσο προσπαθείς να ξέχάσεις ότι άφησες (ή και να το θυμηθείς), για αποτοξίνωση από τα τελευταία εκτρώματα της μουσικής βιομηχανίας, λίγο πριν βγεις για έντονη διασκέδαση Σάββατο βράδυ, έτσι επειδή σου ήρθε για δεν αντέχεις να δες άλλη μια επανάληψη του “Κωνσταντίνου και Ελένης”.

Να μην μπορείς να ξεκολλήσεις από το track01 (Sunday) και να λες “Πώς είναι και ο υπόλοιπος;” και να πατάς το repeat για άλλη μια φορά. Να σκέφτεσαι ότι είναι πολύ καλό να το έχεις μόνο σου και να το δωρίσεις μόνο σε αυτούς που αγαπάς, ή που πιστεύεις ότι μπορούν να εκτιμήσουν ένα CD όπου αν μη τι άλλο υπάρχει αξιοπρέπεια, αμεσότητα και σεβασμός από τον καλλιτέχνη σε όσους τιμήσουν το έργο του με την επιλογή τους.

Νίκο, σε ευχαριστούμε για το σεβασμό αν και είμαι σίγουρος ότι δεν έκανες ένα άλμπουμ για να τιμήσεις μόνο τους παλαιούς και νέους φίλους σου, αλλά για να βγάλεις και πιο έξω και άλλα στοιχεία της προσωπικότητας σου, των εμπειριών σου, των συναισθημάτων και οραμάτων σου.

Nikonn – Poladroid

1. Sunday
2. Trip
3. Inside
4. Le Cadeau
5. Little Girl
6. Alphabet
7. Interlude 1
8. Goodbye
9. Stay Close
10. Clean
11. Fragile
12. Blue
13. Unsuspected Time
14. Interlude 2
15. Umbrellas
16. Faces
17. Interlude 3
18. SilverCoast
19. Fade
20. MultiCulti (Bonus Tracks)

http://undorecords.com/

Είναι αλήθεια ότι αν έχει απομείνει κάτι στις μέρες μας από τους Supertramp, αυτό λέγεται …Roger Hodgson. Ακόμα και οι μεγάλοι θαυμαστές του Rick Davis, έχουν πλέον αποδεχτεί ότι μετά την αποχώρηση του πρώτου από το συγκρότητα (το 1983 κι ενώ η μπάντα βρισκόταν στο απόγειο της επιτυχίας της) τίποτα δεν ήταν ίδιο για το μεγάλο αυτό group. O Rick Davis συνέχισε με το όνομα, ο Roger Hodgson …με την ψυχή. Θα ήταν αντι-ρεαλιστικό βέβαια αν αρνούμασταν και δεν αναγνωρίζαμε την επιρροή και την συνεισφορά του Davis στους Supertramp, και μπορεί όλα μας να ευχόμαστε κατά καιρούς ενδόμυχα – ακόμα και τώρα – κάποτε οι δύο αυτές μουσικές ιδιοφυίες να ξανασυνεργαστούν, ώστε να μπορέσουμε να ξαναδούμε τους Supertramp με το άρχικό τους σχήμα, αλλά γνωρίζουμε όλοι καλά ότι αυτό πλέον είναι σχεδόν αδύνατο, ακόμα περισσότερο αφού ο Hodgson μόλις πριν λίγα χρόνια απέρριψε σχετική πρόταση του άλλοτε καλού συνεργάτη του.

Κι αν οι περισσότεροι από μας ακούμε στις solo δουλειές του Hodgson τους …Supertramp, και ταυτόχρονα στις πρόσφατες δουλειές των Supertramp τον …Rick Davis (σε μια πολύ διαφορετική μουσική κατεύθυνση, καθ’όλα ενδιαφέρουσα αλλά πολύ μακριά από τα μεγαλεία του άλλοτε θρυλικού group), κάποια live σαν αυτό που είχαμε την τύχη να δούμε στο Βερολίνο αποδεικνύουν ότι τελικά η ίδια η ιστορία κρίνει, δικαιώνει ή και “τιμωρεί” αλλά πάνω απ’ολα σε κάθε περίπτωση αποτελεί τον πιο αυστηρό καθρέφτη της πραγματικότητας, και στη συγκεκριμένη περίπτωση μας έκανε να συνειδητοποιήσουμε σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό ότι αυτός που σέβεται την ιστορία (του) βγαίνει κερδισμένος και κατόπιν δικαιώνεται.

Ο Roger Hodgson από την αρχή επέλεξε να προχωρήσει στη solo καριέρα του χωρίς να “πουλήσει” και να εγκαταλείψει τίποτα από αυτά για τα οποία τον αγάπησε ο κόσμος. Και μπορεί στην πορεία να αντιμετώπισε πολλές δυσκολίες (όπως π.χ. ένα ατύχημα που παραλίγο να διακόψει πρόωρα τις φιλοδοξίες και τα όνειρά του) και να μην είχε και την εμπορική προώθηση ενός ονόματος όπως αυτό της πρώην μπάντας του (κάτι που απολαμβάνει ακόμα ο Rick Davis), αλλά με την πορεία του απέδειξε και συνεχίζει να αποδεικνύει ακόμα πόσο μεγάλος και σημαντικός μουσικός / τραγουδοποιός είναι.

Αυτό ακριβώς απέδειξε και την 26η Αυγούστου, στο SpreeRadio Festival που έγινε στο Βερολίνο. Όπου μαζί του έλαβαν μέρος διάφοροι άλλοι ξεχασμένοι και μη μουσικοί σε ένα festival που αρχικά μάλλον έμοιαζε (σε κάποιους) με tribute εκδήλωση “συνταξιούχων” μουσικών, αλλά στην πορεία διέψευσε ακόμα και τον πιο απαισιόδοξο. Βέβαια ο χαρακτηρισμός “απαισιόδοξος” δεν φαίνεται να ταιριάζει καθόλου στο γερμανικό μουσικόφιλο κοινό, που με περίσσια άνεση και χαρά πήρε τα “μπογαλάκια” του, και αναχώρησε για το Kindl-Bühne Wuhlheide (ένα πραγματικά θαυμάσιο venue), έστρωσε τις κουβερτούλες του στο γρασίδι και έκανε αυτό που εμείς οι Έλληνες βρίσκουμε συνήθως πολύ δύσκολο …να κάνουμε.

Αφέθηκε στην χαλαρότητα και με άπλετη ευθυμία απόλαυσε κάτι που ξεκίνησε σαν μια βόλτα στο δάσος για πικ-νικ και κατέληξε σε ένα πολύ γλυκό event. Διότι σε αντίθεση με μας τους υπερ-επιλεκτικούς – εδώ στην Ελλάδα – οι Γερμανοί έχουν μάθει να διασκεδάζουν και να εκτιμούν την κάθε (μουσική κι όχι μόνο) στιγμή χωρίς να διαχωρίζουν τους καλλιτέχνες σε cool και φλώρους, indie και commercial, κλπ, ενώ φυσικά ούτε και η βροχή (!) τους πτόησε. Άλλωστε σε ένα τόσο όμορφο και λειτουργικό venue, και τελικά σε ένα τόσο καλά οργανωμένο event (οι διοργανωτές είχαν μέχρι και δωρεάν αδιάβροχα διαθέσιμα για τον κόσμο) τί παράπονο θα μπορούσε να έχει κανείς (πώς να πατήσει κανείς ξανά σε ελληνική συναυλία μετά από αυτό – χωρίς να πάθει κατάθλιψη…;);

Σε γενικές γραμμές το festival αυτό αποτέλεσε μια πολύ ευχάριστη “περιπέτεια”, που είχε σαν πρωταγωνιστές – εκτός των άλλων – καλλιτέχνες όπως οι Cutting Crew, η Katrina [and the Waves] (με μια ενδιαφέρουσα εκτέλεση του “Walking on Sunshine”), η Alannah Myles και ο Midge Ure (με τα “Dancing with tears in my eyes” και “If I was” να ζεσταίνουν το κοινό ) αλλά φυσικά με τον Rodger Hodgson να κλέβει πραγματικά την παράσταση και να κάνει το κοινό να “παρακαλάει” για …περισσότερο.

Ο κύριος Hodgson άφησε το crew να ετοιμάσει την σκηνή τοποθετώντας 6 φυτά και 3 χαλιά. Εκεί (στα χαλιά) τοποθετήθηκαν ένα synth, ένα πιάνο και τα πνευστά του πολύ ταλαντούχου Erin MacDonald ο οποίος με πραγματικά θαυμάσιο τρόπο συνόδευσε τον Hodgson στις μουσικές ιστορίες του. Κι αν αυτό το σκηνικό φάνηκε αρχικά περίεργο σε κάποιους, όλα άλλαξαν όταν άρχισε να παίζει το αγαπημένο του πιάνο ο πρώην τραγουδιστής / στιχουργός / συνθέτης των Supertramp. Η φωνή του σπαρακτική και διαπεραστική όπως ακριβώς και πριν 25 χρόνια, ενώ τα χέρια του μεγαλουργούσαν στο αγαπημένο του όργανο, εκείνο που ανέδειξε το ταλέντο του ως μουσικού (και να τονίσω εδώ ότι όλα τα κομμάτια ήταν 100% live). Στα 50 περίπου λεπτά που είχε διαθέσιμα ο Hodgson προτίμησε να ερμηνεύσει μόνο τραγούδια που είχε γράψει για τους Supertramp αφήνοντας έξω αυτά της solo καριέρας του. “Take the long way home”, “Hide in your shell”, “Lord is it mine”, “It’s raining again”, “Breakfast in America”, “Logical Song”, “Don’t leave me now”, “School”, “Dreamer” ήταν το setlist, με το κοινό να ζητάει περισσότερα.

Το SpreeRadio festival ήταν από την αρχή ως το τέλος μια υπέροχη και σίγουρα πολύ διαφορετική εμπειρία. Ακόμα και κάτω από βροχή ήταν ένα event που φάνηκε να ευχαριστεί το κοινό, συμπεριλαμβανομένου και του γράφοντος. Άλλωστε δεν είναι και λίγο να βλέπεις live έναν από τους πιο αγαπημένους σου (ever) καλλιτέχνες, για πρώτη φορά…

Έξι πράξεις σαράντα έξι περίπου λεπτών χωρίς ενδιάμεση παύση θυμίζουν την ικανότητα της τέχνης να ενοποιεί την πραγματικότητα , αν και προϋποθέτει την ενδεχόμενη ανατροπή της. Έξι πράξεις εξαιρετικής ενορχήστρωσης με ηλεκτρικές  απολήξεις είναι το δώρο του Gavin Bryars στο Merce Cunningham για την αισθητοποίηση των χορογραφικών οραμάτων του τελευταίου. Οι ηχογόνες πηγές μοιάζουν να ταυτίζονται με τα οπτικά ερεθίσματα σε ένα άρτιο σύνολο χοροκίνησης, εγχόρδων και βιντεοπροβολών. Οι αισθήσεις της όρασης και της ακοής συνεργάζονται άριστα, όταν καλλιτέχνες διαφορετικών πεδίων δράσης, αλλά με απύθμενη επικράτεια δυνατοτήτων βάζουν κοινό στόχο την τελειότητα.

Οι χορευτές στη σκηνή, αυτά τα δίποδα» (Biped) πλάσματα, συντονίζονται στην παλμική ομορφιά του μουσικού ορίζοντα του Bryars σαν ακροβάτες που αναζητούν τη νοσταλγία του βάρους μιας ύπαρξης ζωντανής. Κληρονόμοι ενός πεπρωμένου συντριβής ή ευτυχίας έχουν ένα κοινό απόκρυφο όνειρο: τη συνάντηση με αυτό. Χορευτές και θεατές γίνονται μέτοχοι σε ένα ονειρόδραμα σκιών, καθώς η ψηφιακή αποτύπωση των σκιών των χορευτών αποτελεί ουσιαστικό στοιχείο της παράστασης. Και ανακύπτει ο ενδόμυχος φόβος της αυτονομίας της σκιάς μας, όπως στο παραμύθι του Άντερσεν, όπου η σκιά ενός άντρα, αφού τον εγκαταλείπει, διεκδικεί το ζωτικό του χώρο και το αντικείμενο του ερωτικού του  πόθου.

Η πρώτη ακρόαση του «Biped» οδηγεί σε μια χαοτική ονειροπόληση,  που θα ταίριαζε άριστα σε νυχτερινούς περιπατητές στα ασφυκτικά παραπετάσματα των σύγχρονων μητροπολιτικών δρόμων, όταν«τα ρολόγια γυρίζουν ανάποδα», κατά το Σαχτούρη, και χρονομετρούν τη γνώριμη ανία, φασκιωμένη στη συνήθεια. O χρόνος γίνεται προσωπική υπόθεση και οι καλύτεροι διαχειριστές του ακολουθούν πρωτόγνωρα μουσικά μονοπάτια με το δέος ενός εξερευνητή που μπορεί μόνο να υποψιάζεται και όχι να προβλέπει. Το βιολί, το τσέλο, η ηλεκτρική κιθάρα, καθώς και τα ηλεκτρονικά ισοδύναμά τους είναι τα κυρίαρχα στοιχεία που οδηγούν σε ένα δεύτερο επίπεδο ακρόασης, σε μια πραγματική ακουστική αναμέτρηση με βαθύτερα ανακαλέματα απελπισίας ή ήρεμης δύναμης σε ψυχές που προσδοκούν τον επόμενο προορισμό στους σταθμούς των κουρασμένων πόθων.

Ήδη έγινε υπαινικτική αναφορά στους πιθανούς συμβατούς με το «Biped» ακροατές. Απευθύνεται λοιπόν σε ανθρώπους «δωματίου», σε λάτρεις του John Cage, σε όσους αρέσκονται στα παραισθητικά περιβάλλοντα του Ντέιβιντ Λιντς ή σε όσους αναζητούν την ανάσυρση και οπτικοποίηση των προσωπικών βιωμάτων σε συχνότητες υπερβατικές. Όπως και να’χει, το αποτέλεσμα είναι η ρυθμική ανάταση ψυχής.

*Γεννημένος το 1943 στο Yorkshire, ο G. Bryars επιδόθηκε αρχικά στον αυτοσχεδιασμό ως μπασίστας της jazz. Για ένα διάστημα συνεργάστηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες με τον John Cage και αργότερα δίδαξε σε τμήματα Καλών Τεχνών στο Portsmouth και Leicester. Συνέθεσε μουσικά έργα για το θέατρο και το χορό και έγραψε μακροσκελείς όπερες, κουαρτέτα εγχόρδων και πολυφωνικά έργα. Οι συνεργασίες του με χορογράφους και με εικαστικούς καλλιτέχνες είναι εξαιρετικές. Ενδεικτικά παρατίθεται και το σχετικό άρθρο για τη συνεργασία του με τον Cunningham. Οι περιοδείες με την ορχήστρα  του και γενικά οι εμφανίσεις του είναι συχνές στην Ευρώπη.

GAVIN BRYARS – BIPED

1. Part I — 7:34
2. Part II — 12:57
3. Part III — 9:18
4. Part IV — 8:31
5. Part V — 5:16
6. Part VI — 2:20

Performers

Gavin Bryars, electric keyboard, double bass, director
James Woodrow, electric guitar
Sophie Harris, cello
Takehisa Kosugi, violin, hand-held percussion

Gavin Bryars Home



«Είναι ευκολότερο και πιο αποτελεσματικό το να αναφέρεται κανείς στο παρελθόν όταν το παρόν δεν βοηθάει στην ανάκτηση των αναμνήσεων

Πριν κλείσει η μουσική σκηνή του Ρόδον, μία Παρασκευή της Άνοιξης του 2002, o κύριος Matthew Bellamy, αποφάσιζε να δείξει επί σκηνής τα μουσικά χαρτιά του στο κοινό του. Στο απόκομμα του εισιτηρίου, φυλαγμένο ακόμα, εμφανίζεται βαστώντας ένα τραπουλόχαρτο, γυρισμένο προς το δικό του μέρος, και μ’ ένα βλέμμα δυσερμήνευτο, όπως άλλωστε η σκοπούμενη μουσική που θέλει ή θα ήθελε να δημιουργεί.

Εκείνη τη βραδιά, λοιπόν, στο κατάμεστο Ρόδον, ο Bellamy και η παρέα του, για μία ώρα κι ένα τέταρτο περίπου έκαναν ενέσεις δοκιμασμένης (στους εαυτούς τους αρχικά) οργής στο νεανικό κοινό τους, χρησιμοποιώντας ως μέσο την ιδιάζουσα, μεταλλίζουσας αισθητικής και progressive εκδοχής rock μουσικής τους. Κι αν κάποιοι περίμεναν να δουν το Bellamy μπροστά στο κλασικό πιάνο του να αποδίδει λυρικά κάποιο από τα κομμάτια του πρώτου -και «ηπιότερου» σε σχέση με το “Origin of Symmetry”- δίσκου των Muse “Showbiz”, εισέπραξαν αποδόσεις τραγουδιών με πολλές εναλλαγές κιθάρων. Πράγματι, ο frontman του συγκροτήματος έκανε μια αρκούντως θεαματική παρουσίαση της συλλογής του από κιθάρες.

(Τέλος, εκείνη τη βραδιά θα την θυμάμαι για μια κάπως αφελή σκέψη την οποία, εντούτοις, φυλάω μάλλον σαν εφηβικό θησαυρό χωρίς, κατά τα άλλα, σημαντική αξία: H Μούσα των Muse, η έμπνευση, δεν κατάφερε να πλησιάσει το νεαρό Bellamy καθώς αυτός ντυμένος με μια βαθυκόκκινη ρεντιγκότα παίζει σεμνά, απορροφημένος μπροστά στο μαύρο με ουρά πιάνο του. (Από εκείνη τη βραδιά έως και σήμερα, όσο κι αν έψαξα στα «άδυτα» του διαδικτύου, δεν κατάφερα να ξαναβρώ τη φωτογραφία του Ματ, όπως ακριβώς τον περιέγραψα πιο πάνω.) Εξάλλου, δεν ξέρω εάν και πού αναζητούν πια τη Μούσα τους τα μέλη του ομώνυμου group. Ίσως να επιμένουν περισσότερο στη διατήρηση της αναγνωρισμένης πλέον δυναμικής παρουσίας τους στη σκηνή, όπου καταφέρνουν να πυροδοτούν την εκτόνωση του κοινού, ή ίσως πάλι στις υψηλές θέσεις στα charts και στην τακτική επανάληψη video clip των «επιτυχιών» τους στις μουσικές τηλεοπτικές εκπομπές.)

Οι Muse όταν ήρθαν για τη συναυλία τους το 2002 στην Αθήνα, είχαν ήδη κυκλοφορήσει το “Showbiz”, τολμηρή δουλειά για ένα βρετανικό συγκρότημα στην post-Oasis εποχή. Εξάλλου, ήδη από το 1999, οπότε και κάνουν την πρώτη δισκογραφική τους πρόταση (με το “Showbiz”) στο μουσικόφιλο (και γιατί όχι αγγλόφιλο μουσικά) κοινό, πατούν στα χνάρια που έχουν αφήσει πίσω τους ήδη από το 1997 οι Radiohead με το δύσκολο τρίτο δίσκο τους “OK computer”, μια δουλειά που ανατρέπει με το ύφος της την καθεστώσα pop της εποχής της.

Το “Origin of Symmetry”, δεύτερος δίσκος των Βρετανών Muse, κυκλοφορεί το 2001και αποτελεί μια πιο συμπαγή και προσανατολισμένη προς μια σαφή τεχνοτροπία μουσική κατάθεση. Τα New Born, Micro Cuts, Space Dementia αλλά ίσως και μερικά ακόμη κομμάτια του δίσκου αποκαλύπτουν τις κατευθύνσεις που αυθόρμητα χαράζουν και παρακαταθέτουν ως βάση και για τη συνέχεια της μουσικής παραγωγής τους: Με τα αρπέζ, με την οπερατική φωνή του frontman Bellemy, με το πιάνο να αναδεύει μελωδικούς κυματισμούς στις εισαγωγές αλλά και, κάπου κάπου, στις γέφυρες, με τα drums να γεμίζουν τα διαστήματα ανάμεσα τόσο στα κιθαριστικά αρπέζ όσο και στις στιβαρές εμβολές του μπάσου, δημιουργούν ένα δίσκο που θα είναι ο ξεχωριστός τους για κάμποσο καιρό ακόμη.

Κι αυτό γιατί, με το Absolution, κυκλοφορία του 2003, ο Bellamy δεν κατάφερε να μας πείσει με την βαθιά, εμπαθή υπαρξιακή αγωνία του. Κι ενώ κηρύσσει επιστράτευση δυνάμεων, αισθήσεων και, ίσως, μουσικής έμπνευσης, δεν καταφέρνει να κάνει ο ίδιος το δικό του βήμα προς τη μουσική αποκάλυψη: “it’s time we saw a miracle, come on it’s time for something biblical” (from “Apocalypse Please”).

Έπειτα, η νέα κυκλοφορία “Black Holes and Revelations” … ακολουθεί τις συνθετικές βάσεις που έχουν θέσει οι Muse με προηγούμενες κυκλοφορίες τους. Αυτή τη φορά το συγκρότημα …φορτώνει το δίσκο του με τις μουσικές αποσκευές του: κιθάρα, μπάσσο, drums αλλά και επικουρικά με synths, που αποδομούν τις συγχορδίες αποδίδοντας τα βασικά συστατικά τους με τη συνοδεία διαφόρων εφφέ. Δίνοντας την αίσθηση συνθέσεων με πνιχτές μελωδίες και στριμωγμένες ρυθμικές αποδόσεις που κατά κάποιο τρόπο ισοπεδώνουν το εκάστοτε μουσικό τους θέμα, οι Muse δεν καταφέρνουν να μας μεταδώσουν, τουλάχιστον σε όσους τους ακούμε από τα στερεοφωνικά των σπιτιών μας και όχι σε κάποια συναυλία τους, το δικό τους «αποκαλυπτικό» μήνυμα. Απ’ όσο μου επιτρέπει να αντιληφθώ ο τίτλος του τελευταίου τους πονήματος, οι Muse δοκιμάζουν να ακουστούν στα αυτιά μας σκοτεινοί και αποκαλυπτικοί. Δυναμικοί και λυρικοί, όμως, ακούγονται κυρίως σε δύο κομμάτια: Το ένα είναι σίγουρα το “Map of the Problematique”, το οποίο με τις έντεχνα συγκαλυμμένες μελωδικές παρεμβολές των synths και τις ενδιαφέρουσες εναλλαγές των κρουστών, αποκαλύπτει την καθαρή ματιά του συγκροτήματος έναντι της σκοπούμενης μουσικής εξιστόρησης του θέματός του. Το άλλο, με τον τίτλο “Invincible”, ξεφεύγει κάπως από το συνολικό ύφος του υπόλοιπου album. Το snare drum μας εισάγει «εμβατηριακά» στη ζεστή φωνή του Bellamy, η οποία στις καταληκτικές της διακυμάνσεις μπορεί να σε κάνει ν’ ανατριχιάζεις…

“During the struggle they will pull us down
but please, please let’s use this chance to turn things around
and tonight we can truly say together we ‘re invincible”

Τελικά, οι ίδιοι οι Muse ίσως βιώνουν διαφορετικά, σε σχέση με τους ακροατές τους, την αποκάλυψη μέσω της ενασχόλησής τους με τη μουσική. Άλλωστε, αυτό που κάνουν είναι να μελοποιούν τις προσδοκίες και τα όνειρά τους, ώστε το αποτέλεσμα αυτής της διεργασίας να ενεργοποιεί τη διάθεσή τους για κάποια νέα δημιουργία, μια νέα αποκάλυψη.
…Και δεν υπάρχει σαφέστερη δήλωση από αυτή:

“Our hopes and expectations
black holes and revelations”

Πολλές φορές και για λόγους που δεν χρειάζονται πάντα εξηγήσεις, αφήνουμε ορισμένους δίσκους ή μεμονωμένα κομμάτια να ‘κυριαρχούν’ περισσότερο από κάποια άλλα στα καθημερινά μας ακούσματα. Η ομάδα του Lost Echoes παραθέτει τις προτιμήσεις της όπως αυτές προκύπτουν από την πρόσφατη περίοδο μουσικής συγκομιδής των μελών της.

Ιωάννης Γλυκός

Tracks: IAMX – This Will Make You Love Again, Ray LaMontagne – Hannah, Joni Mitchell – Blue Boy, Divine Comedy –  The Light of Day, Guillemots – Sao Paulo, James Dean Bradfield – Still A Long Way To Go, Muse – Invincible, Keane – Broken Toy, Counting Crows – Goodnight L.A. (live), Snow Patrol (featuring Martha Wainwright) – Set The Fire To The Third Bar

Albums: Guillemots – Through the Windowpane, IAMX – The Alternative,  Ray LaMontagne – Trouble, Divine Comedy – Victory for the Comic Muse, Joni Mitchell – Ladies of the Canyon


Αντώνης Λιβάνης

Tracks: Gregor Samsa – Young & Old/Divine Longing, Windermere – Unspoken, Elefant – The Snow, Trespassers William – I Don’t Mind, Thom Yorke – Harrowdown Hill, Alison Moyet – Je Crois Entendre Encore, Interstellar Overdrive –  Nervous Happy, The Dead Eyes Of Youth – Summer, IAMX- The Alternative, The Shangri-Las – Past, Present and Future

Albums: Thom Yorke – Eraser, Sebastien Schuller – Happiness, IAMX – The Alternative, Manyfingers – Our Worn Shadow, Windermere – The World Is Here


Χρήστος Αναγνώστου

Tracks: Pearl Jam – Life Wasted, Guns n’ Roses – I.R.S., The Southern Death Cult – Moya, Dead Prez – No More Prisons, Garden of Delight – Runechild, Johnny Cash – The Mercy Seat, Paul Roland – Lucifer’s Servant, Les Claypool – Lust Strings, Buckcherry – Crazy Bitch, Phantom Planet – California

Albums: Dead Prez – B.A.M.L.O., The Southern Death Cult – The Southern Death Cult, Jawbreaker – Dear You, Pearl Jam – Pearl Jam, Johnny Cash – Personal File


Γεωργία Σακάτου

Tracks: Nouvelle Vague – Dance with  me, IAΜX – The Alternative, Pet Shop Boys – Integral, Dangerous Muse – The Rejection, She Wants Revenge – Red flags and long nights, The Sugarcubes – Hit, West End Girls – Rent, And One – Military Fashion Show, Apollo 440 (Billy McKenzie) – Pain in any language, Arcade Fire – Rebellion (Lies)

Albums: She Wants Revenge – She Wants Revenge, Nouvelle Vague – Bande à part, IAΜX – The Alternative, The Sugarcubes – The Great Crossover Potential, Pet Shop Boys – Fundamental


Σωτηρία Σιγαλού

Tracks: Divine Comedy – Snowball In Negative, Barbara Morgenstern – The Operator, Morrissey – Dear God, Please Help Me, Tom Verlaine – Orbit, I Am X – After Every Party I Die, Muse – Map Of The Problematique, Pet Shop Boys – The Resurrectionist (Goetz B. Extended Mix), Guillemots – Trains to Brazil, Depeche Mode – Judas, The Field Mice – September’s Not So Far Away

Albums: Divine Comedy – Victory For The Comic Muse, I Am X – The Alternative, Muse – Black Holes And Revelations, Midge Ure – Answers To Nothing, Courage Of Lassie – Temptation To Exist


The Upstairs Room

Tracks: Pulp – I Spy, Soundgarden – Jesus Christ pose, Megadeth – This was my life, Martin Gore – In a manner of speaking, Neurotic Fish – Ultrahymn, Antony and the Johnsons – Twilight, Smashing Pumpkins – Today, Leonard Cohen – Teachers, Morrissey – Jack the ripper, Pearl Jam – Even flow

Albums: Pulp – Different Class, Cocteau Twins – Lullabies to Violaine vol.1, Smashing Pumpkins – Mellon Collie and the Infinite Sadness, Antony and the Johnsons – Antony and the Johnsons, Siouxsie and the Banshees – Tinderbox