Ημερομηνία: 10 Νοέμβρη 2006, Τόπος: Βρυξέλλες, Vorst Nationaal, Κείμενο: Νίκος Βογιατζής
«Σημασία έχει αν βλέπεις το ποτήρι μισο-άδειο ή μισο-γεμάτο». Αν αυτή η φράση έχει εφαρμογή στα προβλήματα της ζωής, μπορεί εύκολα να βρει εφαρμογή και σε μια συναυλία, αν παρομοιάσουμε μια καταπληκτική συναυλία που σε …ξεδιψάει και σου γεμίζει τις μπαταρίες με ένα γεμάτο ποτήρι νερό, το αντίθετο, με ένα σχεδόν άδειο. Τι γίνεται όμως στην περίπτωση που το ποτήρι είναι γεμάτο μέχρι τη μέση; Εκεί πιθανότατα θα παίξουν ρόλο άλλα πράγματα, όπως η κούραση, η διάθεση, η προσμονή, προκειμένου το πρόσημο να πάρει μια θετική ή αρνητική, εν τέλει, φορά. Νομίζω ότι μια από αυτές τις περιπτώσεις ήταν και το λάιβ των Tool την Παρασκευή, για να είμαστε πιο ακριβοδίκαιοι, ας δεχτούμε ότι το ποτήρι ήταν γεμάτο κατά τι πιο πάνω από τη μέση.
Για τους εν λόγω κυρίους δε χρειάζονται και πολλές συστάσεις. Μετά την κυκλοφορία του Lateralus έγιναν massive, μάλιστα παρατηρήθηκε η δημοτικότητά τους να αυξάνεται χρόνο με το χρόνο από το 2001 και μετά, για να φτάσουμε στο 2006 και το άλμπουμ να φτάσει στο νούμερο 1 του ελληνικού chart. Φαίνεται λειτούργησε άψογα η από στόμα σε στόμα καλή μαρτυρία, και πλέον το συγκρότημα, από κει που ήταν προνόμιο των ακροατών του σκληρού ήχου (και πάλι όχι όλων) πλέον απολαμβάνει της εκτίμησης και του θαυμασμού της μεγαλύτερης μερίδας των μουσικόφιλων. Όχι άδικα.
Στα πλαίσια του δεύτερου σκέλους της ευρωπαϊκής περιοδείας τους (η πρώτη έλαβε χώρα την άνοιξη και το καλοκαίρι του 2006) οι Tool πέρασαν από τις Βρυξέλλες στις 10/11 και φυσικά όπως είναι γνωστό θα περάσουν επιτέλους και από την Αθήνα στις 16 του Δεκέμβρη. Αφορμή ο νέος δίσκος 10,000 days, που αποτελεί κατά την –εξ ορισμού υποκειμενική- άποψή μου την πιο αδύναμη κυκλοφορία του συγκροτήματος, κυκλοφορία που σε κάθε περίπτωση δεν κατάφερε να κάνει την αίσθηση που αναμενόταν, δεν παύει όμως να είναι άλμπουμ των Tool, επομένως (και αυτόματα) μια προσεγμένη δουλειά που αξίζει να αποκτήσει κανείς.
Για να έρθουμε στην εμφάνισή τους, ας ξεκινήσουμε από τα θετικά. Long gone τα σχόλια για αντικοινωνική συμπεριφορά του Keenan προς τους θεατές, που είχα διαβάσει σε πολλά παράπονα ευρωπαίων φαν σε σχετικές ιστοσελίδες. Για την ακρίβεια, ο Maynard είχε πολλά κέφια, ευχαρίστησε θερμά αρκετές φορές το κοινό για την παρουσία του, υποσχέθηκε ότι θα επιστέψουν, στο τέλος μοίρασε μπουκάλια νερό κάνοντας και πλάκα σε ποιον θα τα δώσει και φυσικά διατήρησε (όσο τα κατάφερε, τελοσπάντων) τα συστατικά της μυστηριώδους περσόνας που θέλει να περάσει, βγαίνοντας στη σκηνή με μάσκα οξυγόνου που κρατάει το μικρόφωνο, μαλλί ξυρισμένο εκτός από μια λωρίδα στο μέσον, και φυσικά γυμνός από πάνω για να φαίνεται και το τατουάζ στην σπονδυλική στήλη. Αυτό συν η συνολική διάρκεια της συναυλίας (100 λεπτά) με κάνει να σκεφτώ ότι ίιιισως (και το γράφω έτσι γιατί περιέχει μεγάλες δόσεις δυσπιστίας) και να έλαβαν υπόψη κάποια αρνητικά σχόλια από εαρινές και καλοκαιρινές ευρωπαϊκές διαμαρτυρίες.
Επιπλέον, ο ήχος δεν ήταν άσχημος. Επειδή έχω πλέον σχηματίσει γνώμη για τα περισσότερα βελγικά venues, νομίζω ότι τα όποια μικρο-προβλήματα (κυρίως με το μπάσο του Chancellor) θα πρέπει να βαρύνουν το συγκρότημα και όχι τους οργανωτές. Και μια που τον ανέφερα, θα πρέπει να σημειώσω πως ο Justin κερδίζει εύκολα τις εντυπώσεις επί σκηνής, καθώς είναι μάλλον ο μόνος που σου δίνει την εντύπωση ότι ζει πραγματικά τα κομμάτια. Άσε που θες δεν θες τον ακούς πάντα και πολύ καθαρά, καθώς η ένταση του μπάσου είναι ιδιαιτέρως υψηλή.
Και βέβαια πώς θα μπορούσα να παραλείψω το background, πραγματικά εντυπωσιακό, με μια ποικιλία χρωμάτων, λέιζερ, προβολέων πίσω από τα μέλη και το τρισδιάστατο θέμα από το artwork να εμφανίζεται στο Rosseta stoned, αν θυμάμαι καλά, πράγματα που καταφέρνουν σε ένα βαθμό να απογειώνουν σημεία των τραγουδιών και να μεταφέρουν μια ατμόσφαιρα μυσταγωγίας, όποτε χρειάζεται.
Δυστυχώς υπάρχει έδαφος και για αρνητική κριτική. Ας ξεκινήσουμε από το σετλιστ. Greatest hits συν μερικά από το καινούργιο άλμπουμ. Συμπέρασμα; Ουδεμία έκπληξη. Και ελάχιστη έως καμία παραλλαγή από αυτά που έπαιξαν στο πρώτο σκέλος. Φυσικά στα φόρα έγινε μεγάλο θέμα το ότι έπαιξαν το Swamp song (και το έπαιξαν καλά, είναι αλήθεια) από το Undertow, το οποίο ναι, είναι έκπληξη, από την άλλη, πόσο μπορεί να ικανοποιεί η παραλλαγή του σετλιστ κατά …ένα κομμάτι; Κατά τα άλλα, μαντέψτε και κερδίστε: Stinkfist, Aenema, Schism, Vicarious…Κατά συνέπεια, δεν έλειψαν μόνο πιο εσωστρεφή και συναισθηματικά φορτισμένα κομμάτια από το νέο άλμπουμ, όπως το επικό Wings for Marie, αλλά και παρελθοντικοί danny-carey-ικοί θρίαμβοι, όπως αυτοί αποτυπώνονται στον καμβά του Eulogy ή του The Grudge.
Και μια που μιλάμε για Carey, πίσω από το εντυπωσιακό drum set κάθισε ένας μεγάλος, ομολογουμένως drummer, που κατάφερε ωστόσο να εκτελέσει τα κομμάτια χωρίς να προσθέσει απολύτως τίποτα που θα μπορούσε να κάνει το θεατή να στρέψει με θαυμασμό το βλέμμα προς τα κει. Ακόμη και στο heavy-metal-ικό σόλο του, δεν παρουσίασε κάτι που θα περίμενε κανείς από έναν μουσικό της κλάσης του.
Καλά, για τον Adam έχουν ειπωθεί τόσα πολλά, αλλά …να και μερικά ακόμα! Για όσους δε γνωρίζουν, ο κύριος Jones εκτελεί τα κομμάτια σχεδόν ακίνητος. Το οποίο δεν είναι καθόλου …good news, αν σκεφτεί κανείς ότι στα ξεσπάσματα το κοινό περιμένει από τον κιθαρίστα να ακολουθήσει τον φρενήρη ρυθμό του κομματιού. Φυσικά, ο κάθε μουσικός έχει το προσωπικό του στυλ, αλλά εδώ δεν μιλάμε για κλασσική μουσική. Στο συγκεκριμένο μουσικό είδος, όπως θέλει ας το ονομάσει κανείς, περιμένουμε περισσότερα από τον άνθρωπο που έχει κληθεί να παίζει κιθάρα, τελεία. Συν το ότι και επί της ουσίας δεν εντυπωσίασε, παίζοντας περίπου ό,τι και στους δίσκους, ίσως και λίγο χειρότερα.
Τέλος, κάτι που σίγουρα δεν αφορά τους Tool, το βελγικό κοινό αποδείχθηκε εντυπωσιακά …αδρανές! Μπορεί κάποιος να διανοηθεί το εξής – picture this, if you will, που λέει και ο Maynard: ήμουνα περίπου έβδομη – όγδοη σειρά (άρα σε απόσταση …αναπνοής!), η συναυλία άνοιξε με το Stinkfist και είχες απλά μερικά κεφάλια να κουνιούνται και έναν (1) τύπο που προσπάθησε να κάνει λίγο σαματά αλλά …διαπιστώνοντας ότι είναι απελπιστικά μόνος, εγκατέλειψε την ιδέα! Ζηλεύω ήδη την ενθουσιώδη ανταπόκριση του αθηναϊκού κοινού όταν ακουστούν οι πρώτες νότες του κομματιού, αν και εφόσον ανοίξουν και στην Αθήνα με το Stinkfist, κάτι που δεν αποκλείεται. Σε καμία περίπτωση δεν υποστηρίζω την ακραία βία σε μια συναυλία, αλλά και η …ήρεμη και άνετη παρακολούθηση έχει τα όριά της!
Θα κλείσω όμως με κάτι πολύ ζεστό και αναπάντεχα ευχάριστο, σημειώνοντας και μια μικρή εκτίμηση, ότι στον επόμενο δίσκο-περιοδεία, νομίζω ότι το συγκρότημα θα πρέπει να ανακατέψει λίγο περισσότερο την τράπουλα. Ανκόρ, ο Chancellor αφήνει στην άκρη το μπάσο, πλησιάζει στο σημείο όπου τραγουδάει ο Keenan, κάθεται, ανάβει έναν αναπτήρα, σηκώνει το χέρι και κοιτάει το πλήθος που γέμισε το αμφιθεατρικό National Forest. Σύντομα τον ακολουθούν και οι άλλοι τρεις, τα φώτα χαμηλώνουν, το κοινό ανταποκρίνεται, και ξεκινάει επί ένα λεπτό περίπου αυτή η χωρίς λόγια ουσιαστική επικοινωνία (και γιατί όχι, ένα αμοιβαίο «ευχαριστώ») ανάμεσα σε συγκρότημα και θεατές. Μαγεία…
*Photo: Αρχείου / toolshed.down.net
Σχολιάστε