Τα vintage κομμάτια στη μόδα θεωρούνται αναντικατάστατα και συνδυάζονται συχνά άψογα με τις σύγχρονες τάσεις. Έτσι και στη μουσική τα περασμένα δεν είναι παρωχημένα, ιδιαίτερα στην περίπτωση που ο ήχος είναι σχεδόν προφητικός και μπολιάζει την εκδοχή του αποκαλούμενου «μεταμορντένου». Ίσως αυτή είναι μια εξήγηση για το φετινό ενδιαφέρον στην ιστορία των Joy Division μέσα από κινηματογραφικές διερευνήσεις.
Δυστυχώς, δεν προβλήθηκε στην Ελλάδα το εν λόγω ντοκιμαντέρ, του οποίου η ευρωπαϊκή πρεμιέρα είχε οριστεί στις το Νοέμβρη του 2007 στο Sheffield. Είναι μία πλήρης και πυκνή καταγραφή μίας εποχής, όπως την αντιλαμβάνεται ο σκηνοθέτης Grant Gee (σκηνοθέτης επίσης του «No surprises» και συναυλιών των Radiohead), καθώς και ο συνεργάτης σε αυτό το εγχείρημα Jon Savage (δημοσιογράφος και συγγραφέας). Ευτυχώς έχει ήδη κυκλοφορήσει σε διπλή συσκευασία DVD μαζί με το “Control” του Anton Corbijn. O συσχετισμός είναι προφανής και η ιστορία ξαναγράφεται όσο οι μάρτυρες επιθυμούν να την αφηγούνται αναπληρώνοντας κενά μνήμης και να αναβιώνουν συγκινήσεις από το παρελθόν.
Τα περιεχόμενο του ντοκιμαντέρ αφορά στη συνάντηση των μελών της μπάντας και στις προσπάθειες τους να υπερβούν τα οικονομικά εμπόδια και το κοινωνικό τέλμα στα τέλη της δεκαετίας του ’70. Είναι πραγματικά σημαντική η τοποθέτηση της δράσης του συγκροτήματος μέσα στην κραυγαλέα μονοτονία στο βιομηχανικό περιβάλλον του Manchester. Γι’ αυτό και ο Ian Curtis γοητεύτηκε τόσο από τον Ουίλιαμ Μπάροουζ που εξέφραζε ακριβώς την αγωνία του μεταβιομηχανικού εφιάλτη.
Πολύ ζωντανές είναι οι μαρτυρίες των μελών του συγκροτήματος Bernard Summer, Peter Hook και Stephen Morris για την punk εκκίνησή τους ως Warsaw μέχρι το στάδιο εκείνο, όπου με αφαιρετική απλότητα πλέον μπορούσαν να εκφράζουν πιο περίπλοκα συναισθήματα. Εξίσου αφοπλιστικές είναι οι μαρτυρίες του πρόωρα χαμένου και ανορθόδοξου oραματιστή Tony Wilson, καθώς και της επίσημης ερωμένης του Curtis, Annik Honore, η οποία με το σοφιστικέ προφίλ της φωτίζει την πιο λόγια πλευρά του Ιan. Αν μάλιστα προσέξει κανείς τα συναυλιακά βίντεο που για πρώτη φορά προβάλλονται και συλλαμβάνουν τον πρωτόγονο μαγνητισμό της σκηνικής παρουσίας του Curtis, τότε δε μπορεί παρά να ανακαλέσει στο μυαλό του την περίπτωση ενός Ρεμπώ ή του Γκέοργκ Μπίχνερ, οι οποίοι σε εφηβική ηλικία διέθεταν συμπυκνωμένη και πρώιμη ωριμότητα.
Απρόσμενα είναι τα ηχογραφημένα ντοκουμέντα με τον Ian και τον Bernard να είναι σε κατάσταση ύπνωσης, ενώ οι φωτογραφίες εστιάζουν κυρίως στη μελαγχολική φύση του Curtis. Επίσης οι μαρτυρίες του σχεδιαστή των εξωφύλλων στους δίσκους της μπάντας, Peter Saville, είναι διαφωτιστικές και ξεχωρίζει η αναφορά στην επιλογή του εξωφύλλου του Closer από τον ίδιο τον Ian. Ένα φωτογραφικό μοτίβο που θυμίζει τη στάση pieta και αναμφισβήτητα αισθητοποιεί τον αυτοκτονικό ιδεασμό του τραγουδιστή.
Επιλογικά θα έλεγα ότι η ταινία Control συμπληρώνει το ντοκιμαντέρ, ώστε και τα δύο αναβιώνουν μοναδικά και ίσως οριστικά το σκοτεινό και απροσπέλαστο ήχο των Joy Division. Aναρωτιέμαι όμως για τη φωτεινή πλευρά του Ian, εφόσον και οι τραγικές προσωπικότητες έχουν ενίοτε την καλύτερη αντίληψη του κωμικού στοιχείου. Ο Summer είχε δηλώσει τον προβλήματισμό του, για παράδειγμα, για το ότι απουσιάζει το χαμόγελο του Ian από την ταινία.
Το ντοκιμαντέρ τελειώνει με την αναφορά στην αξιοσημείωτη πορεία των New Order, οπότε το χθες ενσωματώνεται αρμονικά στο σήμερα και η ζωή απλώς συνεχίζεται… Τριάντα δύο χρόνια μετά το σχηματισμό του συγκροτήματος η Microsoft αποφάσισε να λανσάρει μία σειρά Zunes που θα φέρουν το σχέδιο του εξωφύλλου του πρώτου δίσκου «Unknown Pleasures». Από κει και πέρα ας αφήσουμε την ιστορία να γίνει παραμύθι και όχι μέσο ενίσχυσης του πολιτιστικού προφίλ των εταιρειών.
Ντοκιμαντέρ “ Joy Division” από τον Grant Gee.
Διάρκεια:96΄
Σχολιάστε