Menu

Ήταν ακριβώς πριν ένα χρόνο – μόλις είχε γεννηθεί το Lost Echoes – που σφόδρα γοητευμένος από τις μαγικές μουσικές του ιδιοφυούς Chris Corner (IAMX) έψαχνα στο net για να βρω τυχόν σπάνιες δημιουργίες του. Σε μία από αυτές τις αναζητήσεις μου, είχα βρει το soundtrack της ταινίας Sky Fighters, το οποίο κατά βάση αποτελείται από τραγούδια του ίδιου. Και ήταν τόσο μεγάλη η γοητεία που μου ασκούσε, που για λίγο καιρό πίστευα ότι και το “Into The Fire” – το ομορφότερο track στο δίσκο – ήταν του Corner, παρόλο που έμοιαζε διαφορετικό από τις υπόλοιπες δουλειές του! Όταν τελικά είδα το όνομα “Thirteen Senses” το αγνόησα σχεδόν επιδεικτικά, χωρίς να μπω στη διαδικασία να ψάξω άλλες δουλειές αυτού του group.

Τώρα, ένα χρόνο αργότερα, είχα την ευκαιρία να «επανορθώσω» και να ασχοληθώ με τη μπάντα από το Cornwall δίνοντας προσοχή τόσο στο πρώτο τους album (Invitation, 2004) όσο και στο δεύτερο που κυκλοφόρησε πρόσφατα (Contact, 2007). Και η εμπειρία ήταν και παραμένει κάτι παραπάνω από αξιόλογη.

Στη Βρετανία οι “Thirteen Senses” θεωρούνται και εν μέρει είναι αδικημένοι. Πολλά μέσα τους αγνοούν και η προβολή που έχουν είναι σχετικά μικρή. Κάποιοι τους παρομοιάζουν με τους Coldplay κυρίως όσον αφορά στις μελωδίες τους. Άλλοι θεωρούν ότι έχουν πολλά κοινά με τους Keane, ενώ αναφορές γίνονται και σε groups όπως οι Snow Patrol και οι Dove. Στη πραγματικότητα αυτές οι συγκρίσεις έχουν μεν βάση αλλά όχι αναγκαστικά σαν κάτι αρνητικό.

Και για να γίνω πιο σαφής θα υποπέσω συνειδητά σε ένα συντακτικό παράδοξο… Οι “Thirteen Senses” λοιπόν, θα μπορούσαν κάλλιστα να είναι οι Coldplay …αν οι τελευταίοι αποφάσιζαν να ξεφύγουν από τα ίδια και τα ίδια, από τη βαρετή κι ανιαρή συνέχιση των ίδιων πραγμάτων που οδηγούν κάθε album τους με …ασφάλεια στην εμπορική επιτυχία και στις υψηλές θέσεις των charts, αν η φωνή του Chris Martin σταματούσε να είναι τόσο «κλαψιάρικη», αν οι κιθάρες τους τολμούσαν να «ξεσκονίσουν» και κάποιες άλλες, διαφορετικές συγχορδίες πέρα από αυτές που μας έχουν κάνει να τους αγαπήσουμε και εν τέλει να τους μισήσουμε από τη… βαρεμάρα.

Δεν προσπαθώ να περιγράψω κάποιο supergroup, αλλά μπορώ με σιγουριά να ισχυριστώ ότι οι “Thirteen Senses” είναι από τα αξιόλογα groups της συγκεκριμένης μουσική σκηνής. Για τους Coldplay έγραψα (κι έβγαλα το άχτι μου) παραπάνω, οι Keane έβγαλαν μεν ένα πιο ώριμο 2ο album αλλά χωρίς να κάνουν – στα δικά μου αυτιά – τη πραγματική διαφορά. Οι Snow Patrol από την άλλη θα μπορούσαν να είναι οι πιο αξιόλογοι από όλους αν κατάφερναν να δίνουν στα albums τους τη δομή και τη κατεύθυνση που θα τα καθιστούσε ολοκληρωμένα σαν …concepts.

Το πρώτο album του group “The Invitation” ήταν τελικά κάτι παραπάνω από μια δουλειά που άφηνε υποσχέσεις για το μέλλον. Από τα πρώτα κιόλας tracks του album, δεν μπορείς παρά να αφήσεις τον εαυτό σου να γοητευτεί και να παρασυρθεί στις μουσικές διηγήσεις του Will South και της παρέας του. Οι “Thirteen Senses” καταφέρνουν να είναι μελαγχολικοί χωρίς να γίνονται μονότονοι και …ενοχλητικοί. Οι μελωδίες τους, βασισμένες στα πλήκτρα και τα ταξιδιάρικα strings, χωρίς να είναι ιδιαίτερα “catchy” αποτυπώνονται στο μυαλό και ακούγονται το ίδιο ευχάριστα ακόμα και μετά από πολλά ακούσματα, ενώ ακόμα και τα κομμάτια που αρχικά φαίνονται «δύσκολα», ωριμάζουν με το χρόνο και οδηγούν σε ένα γλυκό εγκεφαλικό παιχνίδι, παλινδρομώντας μεταξύ της θλίψης και της γλυκόπικρης αλλά σχεδόν πάντα πρόσκαιρης χαράς.

“Red letters on the dashboard, oh what a gift
They pursue us to the deep end and then depart
Watch as the cracks in the wall feel pain
For only patterns on a snake’s back give us genuine fear”

(“Τhe Salt Wound Routine”)


Και δεν χρειάζεται να έχει δεχτεί κανείς την πρόσκληση τους (“The Invitation”) για να προχωρήσει στη νέα, πιο στενή επαφή που οι ίδιοι φαίνεται να ζητούν από το κοινό τους με το 2ο album (“Contact”). Το “Contact” έχει περισσότερες uptempo στιγμές, περισσότερα και πιο δυνατά strings, αλλά και κομμάτια που πολλές άλλες μπάντες θα εύχονταν να είχαν δημιουργήσει (όπως τα εκπληκτικά “Ones and Zeros” και “Spark”). Στο σύνολό του δεν φαίνεται να έχει τη συναισθηματική δύναμη που είχε το πρώτο τους album αλλά καταφέρνει κι αυτό με το δικό του τρόπο να κερδίζει τον ακροατή. Τα “Spirals”, “Follow Me”, “Call Someone” και “All the Love in your Hands” είναι οι καλύτερες στιγμές του δίσκου, πέρα από τα προαναφερθέντα “Ones and Zeros” και “Spark”.

Sometimes I rush to get right to the end
I know I’ll get to this place when I feel the time is right
Sometimes I think that I know what I’m all about
But when I look inside I can see the truth come out

(“Gone”)


Σχολιάστε

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.