Λέω αυτή τη φορά να γυρίσω πίσω, σε μια κυκλοφορία αρκετά περασμένη, όχι όμως και ξεπερασμένη. Immortal Memory, by Lisa Gerrard & Patrick Cassidy. Δικαιολογημένα θα ρωτήσει κανείς γιατί γίνεται τώρα η κριτική αυτού του δίσκου, μετά από τόσο καιρό κι αφού οι μνήμες από τον απόηχο της κυκλοφορίας του έχουν ξεθωριάσει(??).
Η απάντηση η δική μου δεν είναι μία. Ο τίτλος του album “immortal memory” φαίνεται να μου επιτρέπει μια παράταση στη διαμόρφωση τελικών εντυπώσεων. Είναι σαν να μου επιβάλλεται μια συγκεκριμένη διαδικασία: Πρώτες εντυπώσεις, ανατροπή εντυπώσεων, εμμονή, επανάληψη εντυπώσεων…
Άκουσα το album περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο φέτος, ακόμα και όταν το καλοκαίρι είχε μπει για τα καλά και η ζέστη απαιτούσε ανάλαφρα ακούσματα. Αυτό μπορεί να σημαίνει ότι ο δίσκος είναι αξιόλογος και το αυτί αποζητά τον ήχο του ξανά και ξανά….OR that the high temperature has caused some serious side-effects…
Μια δεύτερη απάντηση για τον καθυστερημένο αυτό σχολιασμό είναι η αδυναμία μου τελικά να περιγράψω εύκολα δουλειά της Lisa Gerrard. Η αδυναμία να σχηματίσω τελικές εντυπώσεις…γιατί για τελικές κρίσεις, ούτε λόγος!
Η συνεργασία της Lisa Gerrard με τον Brendan Perry τερματίζεται το 1998 με τελευταίο studio album των Dead Can Dance, το Spiritchaser, να ηχογραφείται το 1996. Από τότε και στο εξής η Lisa Gerrard αποφασίζει να είναι κυρίως μόνη της spiritchaser. To ‘The mirror pool’ ηχογραφείται ένα χρόνο πριν, το 1995, και αποτελεί το σημείο της solo μουσικής εκκίνησης της Gerrard. Από κει και πέρα θα δουλέψει τη φωνή της πάνω στα γνώριμα επαναλαμβανόμενα μουσικά μοτίβα.
Ξεκινώ την περιγραφή του δίσκου με αυτό που άκουσα πρόσφατα και σκέφτομαι πως ταιριάζει σε αυτή τη δουλειά. Η μουσική επικοινωνία στηρίζεται σε κάποιους αρχέγονους κώδικες που αντανακλούν λειτουργίες σε ειδικούς ψυχικούς χώρους. Αν αγνοηθούν τα αρνητικά ερεθίσματα του κοινωνικού περιβάλλοντος και οι διαπολιτιστικές συγκρίσεις, που προκαλούν συμπεριφορικές αποκκλίσεις, τότε η μουσική επικοινωνία ειναι άμεση.. Αυτό που λέμε.. ‘music speaks straight to the soul’…Η Lisa Gerrard και ο Patrick Cassidy χρησιμοποιούν σε αυτό το album τους αρχέγονους αυτούς κώδικες και δημιουργούν μουσική.
Σε αυτό το δίσκο, όπως και στο Whalerider, soundtrack που συνόδευε την ομώνυμη ταινία, γίνονται πολιτιστικές-λαογραφικές αναφορές. Όσοι έχουν δει την ταινία θα θυμούνται εκείνο το εκφραστικό κορίτσι που «παγιδεύεται» στην προγονική δέσμευση των Μαορί της Νέας Ζηλανδίας… Αυτή τη φορά η μουσική και στιχουργική θεματολογία μεταφέρονται βορειότερα: Στην Ιρλανδία, στην περιοχή της μέσης ανατολής και στη μεσαιωνική Ευρώπη. The Song of Amergin, Amergin’s Invocation, Maranatha (Come Lord), Abwoon (Our Father), Sailing to Byzantium…
To album ξεκινάει με τον ‘Ύμνο του Αμέργινου’: δεκατρείς δηλώσεις που ακολουθούνται από έξι ερωτήσεις. Στο booklet δίνεται μια περίληψη της ιστορίας αυτού του Ύμνου. Εψάλη από τον Αρχιβάρδο των Μιλήσιων εισβολέων, όταν αυτός πάτησε το πόδι του στο έδαφος της Ιρλανδίας το 1268 π.Χ. Ο ύμνος έχει θεωρηθεί μια “πανθεϊστική αντίληψη ενός σύμπαντος του οποίου η θεότητα είναι πανταχού παρούσα και παντοδύναμη. Μπορεί να υποτεθεί ότι “ήταν ένας συνήθης λειτουργικός ύμνος όπως, ας πούμε, τα πρώτα κεφάλαια του Κορανίου ή οι Πράξεις των Αποστόλων”. Έτσι λοιπόν η μετάβαση σε άλλες θεματικές ενότητες, μεταγενέστερου θρησκευτικού περιεχομένου σε διαφορετικό χώρο και χρόνο, δε μοιάζει ασύνδετη. “Maranatha” (Come Lord) διαβάζουμε αργότερα στην A’ Προς Κορινθίους επιστολή του Αποστόλου Παύλου. “The Aramaic mantra Maranatha repeated as a meditative chant in the language of Jesus” εξηγεί το συνοδευτικό βιβλιαράκι του δίσκου.
Στο 5ο κομμάτι χρησιμοποιείται ο συμβολισμός του ‘Sailing to Byzantium’. Το ποίημα γράφτηκε από τον Yeats και περιγράφει ένα μεταφορικό ταξίδι στο και από το Βυζάντιο, με αναφορές στον τερματισμό της αγγλικής αποικιοκρατίας στη Ιρλανδία και στην ίδρυση του Ελεύθερου Ιρλανδικού Κράτους το 1921… (‘That is no country for old men’…) Για τον Yeats και τους σχολιαστές του, στα πρώτα βυζαντινά χρόνια η θρησκευτική, αισθητική και πρακτική/καθημερινή ζωή ήταν ένα! Η έγνοια του Yeats ήταν πως για να υπάρξει αιωνιότητα στην ποιότητα ενός εικαστικού ή λογοτεχνικού ανθρώπινου δημιουργήματος πρέπει ο δημιουργός να έχει ξεφύγει από τον αισθησιασμό και τη φιληδονία και να έχει ‘παρασυρθεί’ από τη γνήσια (θεϊκή) καλλιτεχνική έμπνευση. Εκεί διαχωρίζονται η τέχνη από την αισθητική: στην θεόσταλτη έμπνευση! Διαφορετικά… ‘whatever is begotten born and dies’ (Yeats)..
Μπορεί το ‘Immortal Memory’ να κινείται ανάμεσα στη ζωή και το θάνατο, κυρίως όμως επιχειρεί να περιγράψει μουσικά ενδιάμεσες καταστάσεις: την έκταση, τη γνώση, την έμπνευση.
Τα τρία τελευταία κομμάτια του δίσκου έχουν επίσης θρησκευτικό χαρακτήρα. Εύκολα καταλήγω να πω ότι το album είναι θρησκευτικό. Επιλέγεται απόσπασμα από το σκοτείνο ‘Paradise Lost’ (και όχι από το πιο αισιόδοξο ‘Paradise Regained’) του Milton: Προπατορικό αμάρτημα, η κατάρα του Θεού, ο θάνατος, η απόγνωση του τυφλού Milton… Η απάντηση στον Milton βρίσκεται μέσα στο album: Είναι η απλή αποδοχή της πίστης: “I asked for Peace…/ I asked for Thee/ And Thou didst come/ To take me home/ Within thy heart to be”.. Στα ενδιάμεσα της ζωής και του θανάτου έρχεται να προστεθεί η ελπίδα. Ο επίλογος ‘Psallit In Aure Dei’ συμπληρώνει τον τίτλο του δίσκου immortal memory. Συνθετική δημιουργία του Cassidy για τον πρόσφατο θάνατο του πατέρα του.. music accompanied by simple lyrics of immortal strength:
‘not a clamour, but love,
not talking, but a pledge,
not flagellation, but heart,
make music in the ear of God’
Θα μπορούσε κανείς να γράψει ατέλειωτα κείμενα για τη δουλειά της Gerrard. Να κάνει συγκρίσεις με προηγούμενες συνεργασίες και γενικά κυκλοφορίες… Προσπάθησα να βρώ τα συνεκτικά στοιχεία αυτού του δίσκου. Πολύ δύσκολο από πλευράς θεματολογίας.. Θυμάμαι ότι το ‘immortal memory’ κυκλοφόρησε την περίοδο των προβολών της κινηματογραφικής ταινίας ‘The Passion of Christ’. Σκέφτομαι πως στο album αυτό ακολουθείται η φιλοσοφία της Gerrard στη δημιουργία soundtrack! Θα προτιμούσα αυτή τη φορά η φωνή και τα ορχηστρικά μερη να κινηθούν περισσότερο στο στυλ του ‘Duality’ (συνεργασία με τον Pieter Bourke – 1998). Τελικά, το ‘Duality’ είναι καλύτερη επιλογή και για όσους δεν το έχουν ας το προτιμήσουν από το βαρύ ‘immortal memory’.
Μπορεί να έχει ωριμάσει ακόμα περισσότερο η Gerrard στη διαχείριση της φωνής της, (στο ‘Abwoon (Our Father)’ και ‘I Asked for Love’ κατεβαίνει μια οκτάβα και αναρωτιέται κανείς αν υπήρχε συνεργασία και με τρίτο πρόσωπο στα φωνητικά) αλλά το album κουράζει αρκετά από καποιο σημείο και μετά, καθώς ‘αγωνιά’ να ξεδιπλώσει τον ήχο του…
Τέλος, (χμμμ… ΤΕΛΟΣ!) νομίζω πως είναι καιρός να σταματήσω ν’ακούω αυτόν τον δίσκο. Αυτό συνέβαινε πάντα με τους δίσκους της Gerrard, είτε όταν ήταν στους DCD ή και αργότερα, μόνη της. Προσπαθούσα να φτάσω στο βάθος των στίχων όπως τους απέδιδε η φωνή, χωρίς να καταλαβαίνω πως ακολουθούσε ένα επικίνδυνο παλιρροϊκό μουσικό κύμα έτοιμο να σου κόψει την ανάσα για πολύ καιρό. Και μπορεί αυτό το κύμα να σε παρέσυρε στον πυθμένα των αργέγονων μουσικών κωδικών, αλλά σου στερούσε τον φρέσκο αέρα της επιφάνειας.
release date: 26 January 2004
TRACK LISTING:
1. The Song Of Amergin
2. Maranatha
3. Amergin’s Invocation
4. Elegy
5. Sailing To Byzantium
6. Abwoon
7. Immortal Memory
8. Paradise Lost
9. I Asked For Love
10. Psallit In Aure Dei
Σχολιάστε