‘Behind the DEXX’ – interviews with DJs
~ Δημήτρης Παπασπυρόπουλος ~
Πως προέκυψε να ασχολείσαι επαγγελματικά με τα decks; Θυμάσαι τα πρώτα σου βήματα;
Δ.Π. – Μπορώ και να τα ξεχάσω; Τις περισσότερες φορές ξεχνάς τα ενδιάμεσα, αλλά τα πρώτα βήματα τα θυμάσαι έντονα. Θυμάμαι πως πάντα με ενοχλούσαν τα κενά ανάμεσα στα τραγούδια που γράφαμε στις κασέτες.
Καλοκαίρι του 1985 στον Λογαρά της Πάρου παίζω για πρώτη φορά επαγγελματικά ως dj σε μία disqoteque της περιοχής ονόματι “moonrise” ή κάπως έτσι. Η επικοινωνία με τον ιδιοκτήτη ανύπαρκτη, βαριέμαι γρήγορα, τα παρατάω κι επιστρέφω στην Αθήνα γιατί είχα πολύ σημαντικότερα πράγματα να κάνω, όπως να παρακολουθήσω το “Rock in Athens”. Τον Φεβρουάριο του ‘86 κι ενώ ήμουν επί μήνες θαμώνας του Ploughman στα Ιλίσια μου προτείνεται να ανέβω στα πλατό το βράδυ που ο resident dj παθαίνει ένα ατύχημα! Από το βράδυ εκείνο ως τον Σεπτέμβριο του ’96 ήμουν ο resident dj του Ploughman.
Μπορείς να κάνεις μια μικρή αναδρομή και να θυμηθείς κάποια highlights στην καριέρα σου ως DJ; Σε ποια clubs έχεις παίξει, πόσα χρόνια, με ποιους έχεις συνεργαστεί on decks, κλπ. Από συνεργασίες με άλλους DJs και μουσικούς παραγωγούς, ποιες σου έχουν μείνει ως οι καλύτερες;
Δ.Π. – Θα ξεχώριζα σίγουρα το ξεκίνημα και τα πρώτα μου χρόνια στο Ploughman. Ζούσα στην κυριολεξία ένα όνειρο. Πολλά χρόνια αργότερα στα τέλη της δεκαετίας του ’90 θα το ξαναζήσω με τα Last Chance πάρτι που ξεκίνησα με την ομάδα Pure και που συνεχίζω ακόμα.
Έχω παίξει σε πολλά club της Αθήνας όπως στα Camel, Mad, Χοροστάσιο, Plan B, Memphis, Στάβλο, On The Road, Berlin, Sui Generis, Messiah, Wild Rose, Στάδιο, Boarding Pass, Decadence, Net και αρκετά άλλα που δεν θυμάμαι. Δε θα ξεχάσω τη συνεργασία μου με τον Γιώργο Φακίνo στο Χοροστάσιο, τον Σπύρο Τρούσα στο Mad, τα φοβερά πάρτι της ομάδας Pure σε Αθήνα και Αντίπαρο και βέβαια τα 3 τελευταία χρόνια στο Camel που πραγματικά περνάω υπέροχα.
Τι νομίζεις πως είναι αυτό που κάνει έναν Dj να αναδειχτεί και να καταξιωθεί στον χώρο; Ποια είναι η συνταγή (αν υπάρχει) για να αποκτήσει ένας Dj το δικό του πιστό κοινό; Υπάρχει ποτέ πιστό κοινό;
Δ.Π. – Πιστεύω πως αυτό που αναδεικνύει και εντέλει καταξιώνει έναν dj είναι η αναγνωρισιμότητα της μουσικής του, το προσωπικό του στίγμα δηλαδή, που τον διαφοροποιεί από τους υπόλοιπους. Τα υλικά για μια πολύ πετυχημένη συνταγή είναι συγκεκριμένα : Μουσικές γνώσεις, καλό «αυτί», πολύ εξάσκηση, φαντασία, feeling, τόλμη στις επιλογές και βέβαια ταλέντο.
Πιστό κοινό υπάρχει, μόνο αν του δείξεις την ίδια πίστη. Είναι μία ισότιμη σχέση που απαιτεί μεγάλο σεβασμό και κυρίως ειλικρίνεια, αν δεν θες να παίζεις σε άδεια μαγαζιά. Είναι πολλοί και είσαι ένας, θα πρέπει να είσαι πολύ αφελής αν νομίζεις ότι μπορείς να τους κοροϊδέψεις.
Εδώ και χρόνια έχεις πολλούς ανθρώπους που σε ακολουθούν σε πολλά από τα events που κάνεις και γενικά σε υποστηρίζουν θερμά. Πως νιώθεις εσύ απέναντι τους; Σου δημιουργείται ποτέ άγχος σχετικά με το πως μπορείς εσύ να ανταποδίδεις την αγάπη που σου δείχνουν;
Δ.Π. – Αυτό ακριβώς είναι το μόνιμο άγχος μου, αλλά και η απορία μου ταυτόχρονα. Πολλές φορές αναρωτιέμαι αν πραγματικά αυτό που κάνω είναι τόσο ιδιαίτερο, ώστε να αγαπιέται και τόσο πολύ. Ακόμα περισσότερες φορές αναρωτιέμαι αν τους ανταποδίδω αυτή την αγάπη με κάποιον τρόπο. Αυτό που ξέρω είναι ότι με νοιάζει πάρα πολύ να περνάνε καλά και προσπαθώ να κάνω ότι μπορώ γι αυτό.
Εάν υπάρχει ευρύτερη κρίση στα μαγαζιά υποθέτω πως και οι οικονομικές συμφωνίες των ιδιοκτητών των μαγαζιών με τους Dj θα είναι δυσμενέστερες. Ένας Dj μπορεί να επιβιώσει τελικά αν δεν κάνει και κάτι άλλο στη ζωή του που να του αποφέρει κέρδος;
Δ.Π – Είναι τόσες οι παράμετροι που δεν υπάρχει απόλυτη απάντηση. Νομίζω πως οι απολαβές είναι ανάλογες της προσφοράς. Δεν είναι ένα επάγγελμα που μπορείς να το κάνεις διεκπεραιωτικά, αλλά ένα από τα λίγα που από μόνο του επιβάλλει την αξιοκρατία. Με άλλα λόγια ότι «μέσον» κι αν έχεις θα απορριφθείς πολύ γρήγορα αν δεν κάνεις γι’ αυτή την δουλειά. Υπάρχουν dj που έχουν κερδίσει πολλά χρήματα και σε γενικές γραμμές νομίζω πως είναι ένα επάγγελμα που πληρώνεται αρκετά καλά, ή τουλάχιστον τόσο καλά, όσο καλός είναι κι ο εκάστοτε dj.
Πόσο επηρεάζει την καθημερινότητα σου το γεγονός πως δουλεύεις νύχτα; Ποιο είναι το πιο θετικό πράγμα και το πιο αρνητικό στο να εργάζεται κανείς ως DJ;
Δ.Π. – Την δική μου καθημερινότητα την επηρεάζει ελάχιστα γιατί έχω αποφασίσει να μη δουλεύω πάνω από δυο νύχτες την εβδομάδα. Η νύχτα είναι πολύ ύπουλη, αν δεν της βάλεις κάποια όρια. Μόνο το γεγονός ότι γυρίζεις ξημερώματα σπίτι σου είναι αρκετά επιβαρυντικό από μόνο του. Αν σ’ αυτό προσθέσεις το ποτό, τον καπνό και βέβαια την κούραση, σωματική και ψυχολογική, καταλαβαίνεις γιατί μετά από κάποια χρόνια όλοι οι dj αποσύρονται.
Τα αρνητικά είναι λεπτομέρειες που έχουν να κάνουν με τις συνθήκες δουλειάς, την οργάνωση, τον ήχο, ακόμα και τα οικονομικά.
Το θετικό στην όλη υπόθεση είναι η ικανοποίηση που νοιώθεις όταν μετά από μια πετυχημένη βραδιά καταλαβαίνεις ότι ο κόσμος όχι μόνο σε ακολούθησε στο δικό σου μουσικό ταξίδι, αλλά το χάρηκε και ιδιαίτερα. Όταν μάλιστα στο εκφράζει με διάφορους τρόπους νοιώθεις πραγματικά γεμάτος και γιατί όχι περήφανος.
Ποια νομίζεις ότι είναι τα καλύτερα και πιο ταλαντούχα electro/synthpop σχήματα αυτή τη στιγμή στη διεθνή μουσική σκηνή;
Δ.Π. – Apoptygma Berzerk, VNV Nation, Schiller, Melotron, Wolfsheim, Covenant.
Μίλησε μας για τη γνωριμία σου με τον μαγικό κόσμο των Depeche Mode. Πότε και πως σε πρωτοάγγιξε η μουσική τους;
Δ.Π. – Τους παρακολουθούσα από τα πρώτα τους βήματα και θυμάμαι πόσο με είχαν εντυπωσιάσει τραγούδια όπως το “photographic” στην αρχή ή το «shake the disease” αργότερα. Το “black celebration” με έκανε να τους πλησιάσω περισσότερο και το «music for the masses” να τους εντάξω στα αγαπημένα μου συγκροτήματα. Ο μεγάλος έρωτας όμως ήρθε με το «Violator”, ένας έρωτας που έχει τα πάνω του και τα κάτω του, αλλά κρατάει ακόμα, ή τουλάχιστον έτσι θέλω να πιστεύω.
Ποια είναι τα αγαπημένα σου 80s groups πέρα από τους Depeche Mode; Αν είχες την επιλογή να πας μόνο σε μια από τις παρακάτω συναυλίες – Duran Duran, Human League, Tears for Fears, A-ha, Propaganda, Echo and the Bunnymen – ποια θα επέλεγες και γιατί; Κάποια άλλα groups εκτός αυτών της προηγούμενης λίστας που θα ήθελες πολύ να δεις;
Δ.Π. – Από πού ν’ αρχίσω και που να τελειώσω. Η λίστα είναι μεγάλη : New Order, Talk Talk, Tears For Fears, Eurythmics, Hall & Oates, Duran Duran, Spandau Ballet, Thompson Twins, Human League, Soft Cell, ABC, A-Ha, Smiths, Cure, Mission, Visage, Billy Idol, OMD, Anne Clark, Talking Heads, Propaganda, Camouflage, Yazoo….
Όσο για τη δεύτερη ερώτηση, από τη στιγμή που έχω ήδη δει τους Duran Duran live δύο φορές και από μία φορά τους Human League και τους Echo & The Bunnymen, θα δυσκολευόμουν πάρα πολύ να επιλέξω ανάμεσα στους Tears For Fears και τους A-ha. Μάλιστα μόλις σήμερα έμαθα ότι ενώ είχε σχεδόν κλείσει live των Tears For Fears τον επόμενο μήνα στην Αθήνα, οι ίδιοι ανέβαλαν όλες τις ζωντανές εμφανίσεις τους. Η μεγαλύτερη επιδίωξή μου πάντως είναι να καταφέρω να δω live τους New Order.
Ποια είναι η καλύτερη συναυλία στην οποία έχεις παρευρεθεί τα τελευταία 3 χρόνια;
Δ.Π. – Η πρόσφατη συναυλία των JAMES στον Λυκαβηττό. Σπάνια έχω αισθανθεί έτσι σε συναυλία και η αλήθεια είναι ότι ούτε καν το περίμενα. Είναι με διαφορά η αγαπημένη μου συναυλία των τελευταίων χρόνων.
Πως ακριβώς ξεκίνησε η «σχέση» σου και η φιλία που έχει αναπτυχθεί με τους Archive; Τελικά είναι όντως το “Again” το πιο πολυπαιγμενο τραγούδι στην ραδιοφωνική σου εκπομπή;
Δ.Π. – Αν δεν κάνω λάθος ήταν Μάρτιος του 2002, όταν η φίλη μου Αλέκα Απέργη, που τότε δούλευε στην Warner, με φώναξε στην εταιρία για να ακούσω ένα τραγούδι που πίστευε ότι θα μου άρεσε. Το τραγούδι ήταν το “Again”, ένα τραγούδι με το οποίο έκλεινα τις εκπομπές μου για τους επόμενους 10 μήνες.
Όταν οι Archive ήρθαν στην Ελλάδα, προφανώς ενημερώθηκαν για την όλη ιστορία, αν και όπως μου είπαν αργότερα, την γνώριζαν ήδη από φίλους τους που ζούσαν στην Αθήνα!!! Φαντάζεσαι λοιπόν την έκπληξή μου όταν μου αφιέρωσαν στο live τους το τραγούδι αυτό και λίγο αργότερα με κάλεσαν backstage. Με αγκάλιαζαν λες και με ήξεραν χρόνια. Από τότε έχουμε συναντηθεί αρκετές φορές τόσο εδώ όσο και στο Λονδίνο και βέβαια διατηρούμε συχνή τηλεφωνική επικοινωνία. Τους θεωρώ φίλους.
Ήσουν από τους πρώτους ραδιοφωνικούς παραγωγούς που στήριξες και προώθησες ελληνικά ηλεκτρονικά (κι όχι μόνο) μουσικά σχήματα. Πιστεύεις ότι υπάρχουν αυτή τη στιγμή ελληνικά σχήματα που μπορούν να έχουν μέλλον μέσα κι έξω από την Ελλάδα;
Δ.Π. – Πραγματικά πιστεύω ότι υπάρχουν πολλά ελληνικά σχήματα που με την κατάλληλη υποστήριξη και κυρίως την καλή παραγωγή θα μπορούσαν να κάνουν καριέρα στο εξωτερικό. Όμως τόσο η μουσική εσωστρέφεια στην Ελλάδα, όσο και οι απαξίωση τέτοιων σχημάτων από τις μεγάλες δισκογραφικές κάνουν το όλο εγχείρημα πολύ δύσκολο. Είναι πραγματικά λυπηρό να βλέπεις πώς αντιμετωπίζουν οι εταιρίες τα σχήματα αυτά, απαιτώντας μια σχεδόν αψεγάδιαστη παραγωγή εκ των προτέρων ενώ το μόνο που αναλαμβάνουν τις περισσότερες φορές είναι η διανομή του cd.
Βλέπεις στο βασίλειο της Πέγκυς Ζήνα, ή θέση των Decode ή των Astyplaz είναι επισφαλής εξ ορισμού.
Ποια είναι η άποψη σου για το MP3 sharing και γενικότερα για την διακίνηση της μουσικής στο Internet; Έχει τύχει να γνωρίσεις για πρώτη φορά και να αγαπήσεις κάποιο group από το Internet;
Δ.Π. – Δεν έχω απόλυτη άποψη υπέρ ή κατά της διακίνησης της μουσικής στο διαδίκτυο. Οι εξωφρενικά υψηλές τιμές των cd με οδηγούν στο «υπέρ», όταν γίνεται λόγος όμως για πνευματικά δικαιώματα είμαι σαφώς «κατά». Μία μέση λύση νομίζω θα ήταν η πιο δίκαια.
Δεν έχω γνωρίσει ποτέ κάποιο group από το διαδίκτυο.
Θα ήθελες να πας πεις δυο λόγια για το “The strength of whispers” ; Με ποια κριτήρια επέλεξες τα tracks σ’αυτη τη συλλογή; Υπάρχουν περιορισμοί από την εταιρία που αναλαμβάνει να κυκλοφορήσει μια συλλογή; Από τις προηγούμενες συλλογές σου, ποια θεωρείς ως την καλύτερη;
Δ.Π. – Είχα την τύχη αυτή τη φορά να συνεργαστώ με μια πολύ μεγάλη εταιρία, όπως είναι η Universal, η οποία διαθέτει έναν τεράστιο κατάλογο με αμέτρητα διαμάντια. Βέβαια δεν αρκέστηκα μόνο στον κατάλογο αυτό, σχεδόν τα μισά τραγούδια της συλλογής είναι ανεξάρτητες παραγωγές.
Με κάθε νέα συλλογή αισθάνομαι ότι βγάζω ένα μέρος του εαυτού μου στην επιφάνεια και γι’ αυτό δεν θα μπορούσα να αρκεστώ σε εύκολες συνταγές και τραγούδια. Η εταιρία με άφησε ελεύθερο να εκφραστώ όπως εγώ νόμιζα καλύτερα και το αποτέλεσμα υπήρξε πολύ πετυχημένο,τόσο για μένα που έφτιαξα μια συλλογή για την οποία νοιώθω πραγματικά περήφανος, αλλά και γιαυτήν, αν σκεφτείς ότι βρίσκεται επί 14 εβδομάδες στις πρώτες θέσεις του επίσημου ελληνικού καταλόγου των συλλογών.
Δεν παραλείπω ποτέ να προτείνω νέα ελληνικά σχήματα στα οποία πιστεύω, με συνέπεια αυτό κάποιες φορές να αποτελεί την αρχή μιας καριέρας (In_Vox).
Από τις 4 συλλογές που έχω επιμεληθεί ως σήμερα, δεν ξέρω ποια είναι η καλύτερη, αλλά σίγουρα η αγαπημένη μου είναι το “boarding pass”.
Πέρα από το ραδιόφωνο και το Djing, με τι άλλο ασχολείσαι συνήθως; Κάποιες άλλες αγαπημένες ασχολίες, hobbies και γενικά πράγματα που κανείς στον ελεύθερο σου χρόνο; Τηλεόραση και κινηματογράφο παρακολουθείς; Αγαπημένες σου ταινίες;
Δ.Π. – Τελευταία ασχολούμαι με την παραγωγή remix σε τραγούδια και καλλιτέχνες που αγαπάω. Έτσι λοιπόν μετά την Μαρία Παπαδοπούλου και το «εν βυθώ η αλήθεια», ακολούθησε το remix στο “whisper” των Slovo, ενώ αυτή την εποχή δουλεύω ένα dance remix στο “lonely winter” του Νίκου Πατρελάκη, όπως επίσης και σε τραγούδια των των Atria (“kiss you”) και των Astyplaz (“spreading life”).
Όπως καταλαβαίνεις που να βρω χρόνο για hobby.
Λατρεύω τον κινηματογράφο, αγαπημένος μου σκηνοθέτης είναι ο Tim Burton ( με εξαίρεση τον «πλανήτη των πιθήκων»).
Είσαι φιλόζωος; Έχεις κάποιο ζωάκι στο σπίτι σου; Γενικά πιστεύεις ότι η συμπεριφορά των ανθρώπων προς τα ζώα αποτελεί καθρέφτη του συνολικού χαρακτήρα ενός ατόμου;
Δ.Π. – Θεωρητικά ναι είμαι φιλόζωος, στην πράξη όμως απέτυχα να συμβιώσω με την γάτα μου, γιατί όταν έζησα από πολύ κοντά τη φρίκη της τρίχας της, που είχε κατακλύσει τα πάντα μέσα στο σπίτι, φρόντισα να της εξασφαλίσω ένα καλύτερο μέλλον στο σπίτι ενός φίλου που δεν ενοχλείται τόσο.
Ασφαλώς και μπορείς να βγάλεις κάποια συμπεράσματα για τον χαρακτήρα ενός ανθρώπου από τον τρόπο που φέρεται στα ζώα. Προτιμώ όμως να κρίνω έναν άνθρωπο κυρίως από τον τρόπο που φέρεται στους ανθρώπους, γιατί αν δεν μιλάμε για κάποιον ψυχοπαθή, συνήθως οι δύο συμπεριφορές ουσιαστικά ταυτίζονται, αν μπορείς να δεις πέρα από την επιφάνεια.
Ποια είναι τα πιο πολύτιμα – η και σπάνια / συλλεκτικά – CDs και βινυλια που έχεις στη συλλογή σου; Από πόσα περίπου CDs και βινυλια αποτελείται η δισκοθήκη σου;
Δ.Π. – Πραγματικά δε νομίζω να έχω κάτι τόσο σπάνιο ή πολύτιμο στη δισκοθήκη μου ώστε να είναι άξιο αναφοράς. Υπάρχουν σίγουρα αρκετά παλιά βινύλια που καταλαμβάνουν περίοπτη θέση στη δισκοθήκη. Ο έρωτας του βινυλίου δεν ξεπερνιέται εύκολα, πόσο μάλλον όταν το αντίπαλο δέος είναι το «ψυχρό» cd. Ειλικρινά δεν έχω κάνει καμία καταμέτρηση, αν και προσπαθώ τον τελευταίο καιρό, πάντως συνολικά δεν πρέπει να ξεπερνούν μερικές χιλιάδες.
Copyright © Lost Echoes.com
Σχολιάστε