Menu

Το EP τους “Morning Star” ήταν με διαφορά ότι καλύτερο κυκλοφόρησε την προηγούμενη χρονιά (2007) από ελληνική μπάντα.

Οι Vello Leaf συνεχίζουν να μας μαγεύουν ενώ το νέο τους τραγουδι “Now that we are…” συμπεριλαμβάνεται στη συλλογή του Postwave.gr “Audiobook 3”.

Μετά την παρουσίασή τους στο e-Zine μας, οι Vello Leaf μας άνοιξαν την καρδιά τους και απάντησαν σε όλα αυτά που θα θέλαμε να γνωρίζουμε…

 

Μουσική αφετηρία σας ως συγκρότημα, αρχικά ως deep.insight αργότερα ως Vello Leaf, είναι τα Χανιά το 1999. Τι είδους μουσικά ερεθίσματα σας έδωσε η πόλη αυτή; Ποιες οι ευκαιρίες και ποιες οι ιδιαιτερότητές της;

Ξεκινήσαμε ως συγκρότημα το 1999 με την τωρινή σύνθεση σαν αποτέλεσμα μίας γενικότερης ανάμιξης μας με τα εγχώρια μουσικά δρώμενα. Όπως συμβαίνει στις περισσότερες επαρχιακές πόλεις, οι ευκαιρίες είναι περιορισμένες. Υπήρχαν και υπάρχουν άνθρωποι με τους οποίους μοιραζόμαστε τις ίδιες ανησυχίες κι έτσι δειλά-δειλά τα τελευταία χρόνια γίνονται κάποια βήματα, αλλά η όλη μουσική δραστηριότητα σε τοπικό επίπεδο έχει αρκετό δρόμο ακόμα. Με τα αυτιά μας διαρκώς στραμμένα σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, αυτό που τελικά μας “αφήνουν” τα Χανιά, είναι αυτή η αίσθηση της γλυκιάς μελαγχολίας, η ηρεμία, τα κινηματογραφικά τοπία… πράγματα που βγαίνουν αβίαστα και στη μουσική μας.

Ξεκινάτε με το EP “Lifepoint” το 2001 και συνεχίζετε με live εμφανίσεις. Ποιες ήταν οι ηχητικές κατευθύνσεις σας τότε και ποιες οι αγαπημένες σ’ εσάς αναπαραγωγές γνωστών και μη κομματιών; Πώς διαμορφώνονται τότε οι επιρροές σας;

Ήδη από το 2000 είχαμε αρχίσει να αφοσιωνόμαστε σε δικά μας κομμάτια. Επιλέγαμε να παίζουμε σχετικά μικρά σετ (40λεπτα), αποφεύγοντας τις διασκευές. Ίσως γιατί τα κομμάτια που ακούγαμε και που επιλέγαμε για διασκευές στους περισσότερους ακούγονταν εξίσου “άγνωστα” με τα δικά μας. Ο ήχος μας, γενικά, θα λέγαμε πως ήταν κάπως πιο “σκληρός” τότε, λιγότερο reverb και περισσότερο overdrive. Αυτό, βέβαια, ίσχυε για τα live περισσότερο, στις πρόβες και στα κομμάτια που γράφαμε στο studio η διάθεση μας ήταν αρκετά πιο πειραματική. Δύσκολα, βέβαια, θα παρουσιάζαμε 15λεπτο ορχηστρικό κομμάτι σε ένα κοινό που είχε συνηθίσει σε πιο “κλασικές” φόρμες.

Τι σας οδηγεί ξανά στο studio ηχογραφήσεων για να κάνετε το πρώτο σας soundtrack και μάλιστα για έργο θεατρικό του Federico García Lorca, ένα θεατρικό ‘παραμύθι’ εμπλουτισμένο από ποιητικά στοιχεία αλλά και στοιχεία από το κουκλοθέατρο;

Η πρόκληση του να δοκιμάσουμε κάτι διαφορετικό. Το να ντύσουμε ηχητικά μία παράσταση ήταν ένα μεγάλο στοίχημα με τους εαυτούς μας και, ακόμα μεγαλύτερο, αν αναλογιστεί κανείς ότι έπρεπε να συνθέσουμε και να παρουσιάσουμε ένα soundtrack σε εντελώς διαφορετική αισθητική από οτιδήποτε είχαμε κάνει μέχρι τότε. Η πρόκληση του να ντύσεις ένα θεατρικό έργο ώστε να αναδεικνύεται η δράση της παράστασης, χωρίς να “πνίγεται” και να επισκιάζεται από τη μουσική. Υπάρχει έντονο το στοιχείο της αλληλεπίδρασης γιατί πια δεν παίζεις μόνος, αλλά όλα είναι μία ανταλλαγή ενέργειας και συναισθημάτων ανάμεσα στη σκηνική δράση και τη μουσική.

Η διάθεση σας να ντύνετε την πραγματικότητα: την δραστήρια, έντονη, παιχνιδιάρικη, γλυκιά, υποτονική… εκδοχή της, με μελωδική θεατρικότητα φαίνεται και αργότερα, τόσο στο “Distorted Images” (2003), όσο και στο “Morning Star”(2006). Ένα άκουσμα στα δύο αυτά παρατεταμένα παιχνιδίσματα μελωδικών ιριδισμών είναι αρκετό για να «αναπαραστήσει», να συνθέσει και να καλύψει μουσικά όλες τις διαθέσεις της ημέρας… μιας οποιασδήποτε καθημερινότητας. Εξάλλου, μετά την κυκλοφορία του “Distorted Images”συνεχίζετε να προσφέρετε τις δημιουργίες σας ως επένδυση σε θεατρικά έργα, δραματικές αναπαραστάσεις καθημερινότητας. Είναι πλέον κάπως δύσκολο, ιδίως μετά την κυκλοφορία του “Morning Star” να φανταστεί κανείς ποια θα είναι τα ερεθίσματα και ποιοι οι στόχοι των Vello Leaf στις επερχόμενες δημιουργίες τους. Ποια είναι η αντιμετώπιση της μουσικής τους δημιουργίας από τους ίδιους, πώς αυτοπροσδιορίζεται… Με άλλα λόγια πώς στοιχειοθετείται η αυτοδυναμία της και η στόχευσή της;

Η μουσική μας προκύπτει μέσα από προσωπικές εμπειρίες, από την ανάγκη να εκφραστούμε για πράγματα που μας συμβαίνουν, για καταστάσεις τις οποίες ζούμε ή “φανταζόμαστε” ότι ζούμε. Στόχος δεν είναι να προξενήσουμε κάποιο συγκεκριμένο συναίσθημα στον ακροατή, όσο το να νιώσει κάποια από αυτά με τον δικό του τρόπο. Το μεγαλύτερο μέρος της μουσικής μας θα μπορούσαμε να πούμε ότι λειτουργεί σαν soundtrack στιγμών από τη ζωή μας. Η επένδυση συγκεκριμένων περιστάσεων, είτε πρόκειται για πραγματικές εμπειρίες είτε για θεατρικά έργα, είναι η αφετηρία για τη μουσική μας. Αυτός είναι και ο λόγος που από το 2003 έχουμε συνεργαστεί σε 6 διαφορετικές θεατρικές παραστάσεις. Πρόσφατα, μουσική μας εμφανίστηκε και στη μεγάλη οθόνη (στο “Alter Ego” της Village Films), καθώς επίσης μας δόθηκε η ευκαιρία να ασχοληθούμε με τη μουσική επένδυση σε ταινία μικρού μήκους (το “tvctm”), και ίσως αυτός ο τομέας αποτελεί το επόμενο μεγάλο στοίχημα για εμάς.
Πώς σας έχουν τυχόν υποδεχθεί μέχρι τώρα οι εγχώριες δισκογραφικές και πώς αυτές του εξωτερικού, εάν έχετε απευθυνθεί; Ποια η τυχόν «αντιστοιχία» που εισπράττετε από τις δισκογραφικές σε σχέση με τις αντιδράσεις του κόσμου αλλά και τα σχόλια του τύπου, των fan/e-zines, ραδιοφωνικών σταθμών κλπ?

Η αλήθεια είναι ότι μέχρι και την κυκλοφορία του “Morning Star”, ουσιαστικά δεν είχαμε απευθυνθεί σε δισκογραφικές εταιρείες, με εξαίρεση κάποια λίγα demo που είχαμε στείλει το 2003 αφού είχαμε κυκλοφορήσει το “distorted.images”. Το “Morning Star” επιλέξαμε από την αρχή ότι θα το βγάλουμε DIY από την “Insight Room”, οπότε δε στείλαμε demo πουθενά. Αναλάβαμε μόνοι μας τη διανομή σε μαγαζιά, περιοδικά, e-zines και ραδιοφωνικούς σταθμούς. Η προσπάθεια αυτή, στηρίχθηκε λίγο έως πολύ από όλους και είναι αρκετά αισιόδοξο όταν βλέπεις στην πράξη ότι δε χρειάζεται να μεσολαβήσει εταιρεία για να φτάσει η μουσική στο κοινό. Από κει και πέρα, μας προσέγγισαν κάποιες εταιρείες, προέκυψαν κάποιες συνεργασίες, αλλά το βασικότερο είναι ότι σε όλες αυτές τις περιπτώσεις διαχειριζόμαστε εμείς τη μουσική μας. Κάνουμε αυτό που θέλουμε, χωρίς να επεμβαίνει τρίτος στη δουλειά μας.

Πιστεύετε ότι υπάρχουν προοπτικές και ευκαιρίες για καταξίωση σε αυτό το «ιδιόμορφο» – για την Ελλάδα – μουσικό είδος που αντιπροσωπεύετε; Έχετε προσπαθήσει να εστιάσετε στο εξωτερικό για ευρύτερη αναγνώριση;

Εξαρτάται από το πως αντιλαμβάνεται ο καθένας την καταξίωση. Σίγουρα, ο χώρος στον οποίο κινούμαστε δεν είναι και ο δημοφιλέστερος, πόσο μάλιστα στην Ελλάδα. Όσον αφορά το εξωτερικό, η μουσική είναι παγκόσμια και ειδικότερα στις μέρες μας όπου η πρόσβαση σε αυτή είναι αρκετά ευκολότερη. Ένα πρώτο βήμα έχει γίνει με τη διάθεση του “Morning Star” σε Online δισκάδικα. Από κε;;ι και πέρα, έχουμε κάποιες επαφές με άτομα από το εξωτερικό μέσω της προσωπικής μας ιστοσελίδας, και μέσω κάποιων αναφορών/reviews που έγιναν σε διεθνή περιοδικά/e-zines.

Πώς νιώθει κανείς την ώρα εκείνη που αφήνει τους στίχους, τις κρουστικές αποκρίσεις των οργάνων, τα εφφέ, την εκφορά κάθε μιας νότας, ιδίως από εκείνο το μαγικό πιάνο, τα ακόρντα…να αιωρούνται ένα «ατέλειωτο ενσταντανέ» πριν συντεθούν από ρυθμικούς χρόνους σ’ ένα αρμονικό συνταίριασμα;

Είναι δύσκολο να περιγράψει κανείς την αίσθηση, γιατί κάθε φορά είναι πολύ διαφορετική. Είναι διαφορετικές οι ισορροπίες ανάμεσα στα συναισθήματα, το χρόνο, τις εικόνες που έχεις μέσα σου, αυτές που βλέπεις, τις λέξεις που ακούς, τις λέξεις που σκέφτεσαι. Η πρώτη μελωδία που πηγάζει από μία κατάσταση, οι ενορχηστρώσεις που φτιάχνεις στο μυαλό σου, τα γεγονότα με τα οποία συνδυάζονται όλα αυτά, οι σκέψεις, οι ήχοι, η όλη εξελικτική πορεία ανάμεσα στις αισθήσεις μέχρι τελικά όλα αυτά να αποτυπωθούν σε ένα μουσικό κομμάτι και να μοιραστείς ένα μέρος του εαυτού σου με περισσότερους ανθρώπους.
Vello Leaf – Morning Star – 21st Station: “I want to explode…show me the door”. Τι θέλουν από τις επόμενες μουσικές εξερευνήσεις τους οι Vello Leaf; Ποιος ο επόμενος σταθμός σας;

Τι γοητεία θα υπήρχε εάν ξέραμε από τώρα ποιος θα είναι ο επόμενος σταθμός; Στόχος μας είναι να μπορούμε να εκφράζουμε κομμάτια της ζωής μας μέσα από τη μουσική. Σχέδια κάνουμε πολλά αλλά πότε δεν οδηγούμαστε σε καταστάσεις όπως τις είχαμε σχεδιάσει, και τις περισσότερες φορές αυτό είναι για καλό.
“Give me a life, a truth, a life, a bleeding heart, something to hold on… ..the truth is healing me as time goes by, I’m climbing on my rainbow…” τελικά το υπέροχο 21st Station είναι αισιόδοξο ή …θλιβερό κομμάτι;

Έχει περάσματα από μία γλυκιά μελαγχολία σε μία αίσθηση αισιοδοξίας. Μιλάει για τον πόνο που περιέχει η απόφαση να προχωρήσει κάποιος στη ζωή του αφήνοντας πίσω πρόσωπα και καταστάσεις, χωρίς να είναι υποχρεωμένος να το κάνει. Ενώ έχει την επιλογή να μείνει ή να φύγει, επιλέγει να φύγει, χωρίς όμως να είναι ποτέ σίγουρος αν αυτό που έκανε είναι το σωστό. Μία απόφαση που έχει την αισιοδοξία μιας καινούριας αρχής αλλά και πολλή νοσταλγία μέσα της.
Πόσο πιθανό θα ήταν για τους Vello Leaf το να δοκιμάσουν κάποιους εντελώς διαφορετικούς μουσικούς δρόμους; Έχετε σκεφτεί ποτέ να κάνετε κάτι διαφορετικό (π.χ. side project) σε σχέση με τη μουσική «ταυτότητα» που είχατε έως τώρα;

Πάντα υπήρχαν side projects, απλώς δεν έχουν κυκλοφορήσει ευρέως μέχρι σήμερα. Άλλωστε, πολλά από τα κομμάτια που έχουμε γράψει για θεατρικές παραστάσεις είναι τόσο μακριά ηχητικά απ’ ότι είναι η μουσική μας ως Vello Leaf που μόνο side projects θα μπορούσαν να θεωρηθούν. Ενώ μεγάλο μέρος των ακουσμάτων μας είναι κοινό, όπως είναι φυσικό, τα 3 μέλη του γκρουπ έχουμε διαφορετικές κλίσεις και τάσεις. Έτσι προκύπτουν ως “solo projects”, κομμάτια που είναι από πειραματικά ηλεκτροακουστικά εώς αμιγή pop. Κάποια ενσωματώνονται στο γκρουπ (αρκετά αλλαγμένα ενορχηστρωτικά σε σχέση με το πως ξεκίνησαν) και κάποια άλλα μένουν μεταξύ μας. Ενδεχομένως στο μέλλον να έχουμε τη δυνατότητα να κυκλοφορούμε αυτές τις δουλειές.
Με ποιο «χαμένο» ελληνικό group του παρελθόντος θα θέλατε να είχατε συνεργαστεί, αν είχατε την επιλογή και …μια μηχανή του χρόνου;

Τη χρονομηχανή θα τη χρησιμοποιούσαμε καταρχάς σαν ακροατές, γιατί τα περισσότερα από τα ελληνικά αγγλόφωνα συγκροτήματα που γνωρίσαμε και με τα οποία μεγαλώσαμε, λόγω της ηλικίας μας (κατα μέσο όρο 23), είτε είχαν διαλύσει, είτε είχε περάσει η εποχή της μεγάλης ακμής τους. Γκρουπ όπως οι Villa 21, οι Ziggy Was, οι Make Believe, οι Groove Machine… υπάρχουν, βέβαια, μεγάλες διαφορές στην ελληνική σκηνή του τότε και του σήμερα. Αν έπρεπε να διαλέξουμε ένα συγκρότημα, τότε αυτό θα ήταν οι Στέρεο Νόβα και αν ήταν εφικτό θα ρυθμίζαμε τη χρονομηχανή κάπου ανάμεσα σε “Τέλσον” και “Βιταμίνα Τεκ”.
Ποια είναι τα άμεσα καλλιτεχνικά σας σχέδια; Τι μπορούμε να περιμένουμε στο άμεσο μέλλον από τους Vello Leaf;

Αυτή την περίοδο ετοιμάζουμε την επόμενη κυκλοφορία μας. Δεν ξέρουμε ακόμα τι θα προκύψει, ιδέες υπάρχουν πολλές, δουλεύουμε πάνω σε μία καινούργια βάση και προσανατολιζόμαστε σε κάτι παραπάνω από μία κυκλοφορία EP… Μουσικά “δείγματα γραφής” έχουν κυκλοφορήσει ήδη σε κάποιες συλλογές, αλλά είναι διαθέσιμα και online (το “Now that are…” και το “Long Way” με την ταινία μικρού μήκους “tvctm”).

Σχολιάστε

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.